«Το μεγάλο βάρος της μητρότητας»

«Το μεγάλο βάρος της μητρότητας»

Η Kristin Shaw, συγγραφέας και μαμά, γράφει ένα κείμενο για την κυριολεκτική και την μεταφορική σημασία του μεγάλους βάρους της μητρότητας. Η δύσκολη εγκυμοσύνη της, η επιλόχειος κατάθλιψη, οι αγωνίες και τα άγχη της και, τέλος, η συνειδητοποίηση ότι η χρυσή εποχή των παιδικών χρόνων του γιου της δεν είναι παντοτινή, καταγράφονται στο τρυφερό κείμενο και συνδυάζονται με κάποιους μικρούς, αλλά σημαντικούς αριθμούς. Το βάρος και το «βάρος» της μητρότητας...

«Τρία είναι το νούμερο των κιλών που έχασα το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης μου στον γιο μου, επειδή δεν μπορούσα να φάω τίποτα άλλο εκτός από βάφλες, δημητριακά και γλυκά. Δεν είχα ιδέα ότι η εγκυμοσύνη μπορεί να κάνει μια γυναίκα σχεδόν άρρωστη για εβδομάδες. Δεν μπορούσα να δω το φως στην άκρη του τούνελ, όσο κουλουριαζόμουν στον καναπέ και αναρωτιόμουν αν αυτό το μωρό ήταν υγιές, επειδή εγώ ένιωθα λες και είχα μόλις κατέβει από μια τρελή κούρσα σε τρένο Λούνα Παρκ.

3,6 κιλά ήταν το ακριβές βάρος του γιου μου όταν γεννήθηκε. 3,6 κιλά βαρύς και 20 εκατοστά ύψος. Κράτησα μαλακά το κεφάλι του, όταν τελικά τον έβαλαν στα χέρια μου και ήταν τόσο ελαφρύς... Αδέξια, έμαθα πώς να του αλλάζω την πάνα, να τον φασκιώνω και να τον θηλάζω. Μπορούσα να τον τον κρατάω για ώρες και τα χέρια μου να μουδιάζουν. Τα 3,6 κιλά γίνονταν σχεδόν 10 στο τέλος μιας μακριάς μέρας μιας νέας μαμάς. Όσο οι εβδομάδες περνούσαν, τα χέρια μου έγιναν πιο δυνατά, όπως και η αυτοπεποίθησή μου ως μαμάς.

5,5 ήταν ο αριθμός των κιλών που μου έλειπαν -σε σχέση με το πριν την εγκυμοσύνη βάρος μου- όταν βρισκόμουν στη χειρότερη φάση τηςεπιλόχειας κατάθλιψης, όταν πάλευα με τα τεντωμένα νεύρα μου και δεν μπορούσα να συγκεντρώσω το μυαλό μου, ούτε να βρω χρόνο να φάω. Δεν με υποψίασε το γεγονός ότι κατάφερα να χωρέσω στα παλιά μου τζιν τόσο γρήγορα. Αυτά τα 5,5 κιλά αντιπροσώπευαν όλες τις ανησυχίες και το άγχος που είχαν καταλάβει το σώμα μου. Την ίδια περίοδο, ο γιος μου είχε φτάσει κι αυτός στο σημείο των 5,5 κιλών.

20 κιλά είναι το σημερινό βάρος του γιου μου.

20 κιλά αγόρι. 20 κιλά αγάπη και εξυπνάδα και γλυκύτητα και περιέργεια για τον κόσμο σε συνδυασμό με άφθονη ενέργεια.

Σήμερα το πρωί, σήκωσε τα χέρια του ψηλά για να τον πάρω αγκαλιά και έμοιαζαν πιο κοντά και πιο μακριά μου από ποτέ, σαν να τον κοίταζα με έναν μεγεθυντικό φακό. Γονάτισα για να τον απαλλάξω από την προσπάθεια.

Θα μπορούσα να του έχω πει “Όχι, είσαι μεγάλο παιδί πια.”

“Όχι, πρέπει να περπατήσεις”

“Όχι, έχω πολλά άλλα πράγματα που πρέπει να κουβαλήσω.”

Αλλά δεν είπα όχι. Στρίμωξα τα “άλλα πράγματα” στα χέρια μου και βρήκα τρόπο να τον κρατήσω στην αγκαλιά μου. Ανέπνευσα τη γλυκιά μυρωδιά του και τον κράτησα σφιχτά, επειδή ξέρω ότι το να τον κρατάω σφιχτά είναι ένα προνόμιο που μπορώ να απολαύσω για λίγο μόνο καιρό ακόμα. Δεν είμαι έτοιμη να θρηνήσω το τέλος της φάσης του “μικρού αγοριού” ούτε να παραδεχτώ την αρχή της φάσης του “μεγάλου παιδιού”, παρά το ότι δεν θέλω να σταματήσει να μεγαλώνει. Με το δικό του μεγάλωμα, αναπτύσσομαι κι εγώ. Είναι ο μόνος τρόπος να τον βλέπω να εξελίσσεται και μέσα απ' αυτό, μαθαίνω πώς να γίνομαι καλύτερη μαμά, με την εμπειρία και τον χρόνο.

Θέλει περισσότερες αγκαλιές τελευταία. Και εγώ του λέω ναι. Ναι, πάντα ναι. Όσο καιρό θα μπορώ να τον σηκώνω, θα το κάνω. Τον νιώθω πιο βαρύ πια, παρά το ότι έχω πάρει πίσω το βάρος που έχασα και ότι έχω εξασκηθεί στο να τον σηκώνω στην αγκαλιά μου. Οι μύες στα χέρια μου δεν οφείλονται στις σπάνιες επισκέψεις μου στο γυμναστήριο, αλλά στα πέντε χρόνια που σηκώνω ένα διαρκώς αυξανόμενο βάρος, κάθε μέρα με τα χέρια μου.

Κι έτσι μένω μετέωρη σ' αυτή την στιγμή που με προσπερνά γρήγορα και προσπαθώ να αποτυπώσω στη μνήμη μου το πρόσωπό του που αλλάζει πιο γρήγορα από το άνοιγμα και το κλείσιμο των βλεφάρων μου. Αγγίζω το απαλό, μωρουδίστικο δέρμα των χεριών του και εντυπώνω την αίσθηση στον εγκέφαλό μου πριν αρχίσει να μου απαγορεύει να τον χαϊδεύω. Και τον σηκώνω στην αγκαλιά μου και τον κουβαλάω όταν θέλει. Πηδάει στα χέρια μου από οποιοδήποτε ύψος και αφήνεται εντελώς, έχοντάς μου απόλυτη εμπιστοσύνη ότι θα τον πιάσω.

Του επιτρέπω να με πειράζει και να με φιλάει όπου θέλει και να μου ανακατεύει τα μαλλιά. Τον αφήνω να ζωγραφίσει το δέρμα μου και δεν παραπονιέμαι όταν με λιώνει με το σώμα του τα απογεύματα των καλοκαιριών που βλέπουμε αγκαλιά παιδικά στον καναπέ. Δεν με πειράζει που στηρίζεται πάνω μου ούτε που θέλει να με ακουμπάει όσο τρώει το φαγητό του. Δεν θα περάσει πολύς καιρός μέχρι να μην θέλει καθόλου.

Η φράση που έχει κολλήσει στο μυαλό μου είναι “Μια μέρα, θα τον κατεβάσεις απ' την αγκαλιά σου και δεν θα τον ξαναπάρεις ποτέ.”... επειδή θα έχει ξεπεράσει την αγκαλιά. Και εμένα.

Επομένως, γονατίζω και τον σηκώνω στην αγκαλιά μου. Και τον κρατάω όσο πιο σφιχτά μπορώ.»

Πηγή: huffingtonpost.com

 

 

 

v