Τι είναι το παιδί-γονιός: Όταν οι γονείς προβιβάζουν το παιδί σε ρόλο ενήλικα

Τι είναι το παιδί-γονιός: Όταν οι γονείς προβιβάζουν το παιδί σε ρόλο ενήλικα

Μια φράση που θυμάμαι πάντα να μου λέει ο πατέρας μου, από τότε που ήμουν πολύ μικρή, είναι «Είσαι αγωνίστρια εσύ! Θα τα καταφέρεις!» ή «Είσαι δυνατή! Μη φοβάσαι τίποτα!». Και, ομολογουμένως, υπήρξαν φορές που η ενθάρρυνση αυτή με βοήθησε, ενισχύοντας την αυτοπεποίθησή μου, π.χ. πριν από τις εξετάσεις για το πρώτο δίπλωμα των Αγγλικών. Υπήρξαν, όμως, και φορές που θύμωνα μαζί του: Όταν, για παράδειγμα, έπεφτα με το ποδήλατο και έκλαιγα με μαύρο δάκρυ, δεν ήθελα να μου πει ότι είμαι δυνατή. Ήθελα να με αγκαλιάσει και να μου πει πόσο με καταλαβαίνει και να μου πάρει παγωτό. Δεν τον κατηγορώ –ξέρω ότι έκανε πάντα το καλύτερο που μπορούσε. Τώρα, όμως, που έγινα κι εγώ μαμά, δεν μπορώ παρά να αναρωτιέμαι ποια είναι τελικά η σωστή ισορροπία προκειμένου να μεγαλώσουμε παιδιά που ναι μεν πατάνε γερά στα πόδια τους, αλλά και νιώθουν εξίσου άνετα να μας εξομολογηθούν τον πόνο τους (όποιος κι αν είναι αυτός), χωρίς το βάρος της αγωνίας μη τυχόν κριθούν έτσι αδύναμα ή μειώσουν τις προσδοκίες μας.

Γιατί ξέροντας ότι ο πατέρας μου περίμενε από εμένα όχι απαραίτητα επιτυχία, αλλά μια διαρκή προσπάθεια, έναν ατσάλινο χαρακτήρα, το να πνίγω τα άγχη και τις αγωνίες μου και να αντιμετωπίζω κάθε δυσκολία με πυγμή, δεν ήταν λίγες οι φορές που ένιωσα ένα τεράστιο βάρος στους ώμους, το οποίο δεν είμαι πλέον σίγουρη αν υπάρχει πραγματικά λόγος να σηκώνει ένα παιδί. Η διαδικασία αυτή αναπόφευκτα σε αναγκάζει να ωριμάσεις πριν την ώρα σου και δεν έχω πειστεί ακόμα γιατί πρέπει να γίνει αυτό, δεδομένου ότι τα παιδικά χρόνια κρατάνε τόσο λίγο και η ενήλικη ζωή είναι τόσο κουραστική και δύσκολη. Ο μπαμπάς μου ήταν πάντα περήφανος για εμένα. Αν δεν πάσχιζα, όμως, να είμαι τόσο δυνατή, δεν θα ήταν;

«Η ιδέα ότι ένας γονιός πρέπει να είναι είτε γεμάτος αγάπη και τρυφερότητα ή να αφήνει το παιδί να τα βγάζει πάντα μόνο του πέρα δεν έχει νόημα», εξηγεί η Tovah Klein, καθηγήτρια παιδοψυχολογίας και συγγραφέας του βιβλίου How Toddlers Thrive. «Αντίθετα, οι γονείς θα πρέπει να προσπαθούν να είναι και τα δύο: Να κάνουν, δηλαδή, τα παιδιά τους να νιώθουν ότι “είμαι εδώ για εσένα, όμως πιστεύω ότι μπορείς να το κάνεις και μόνος σου”», συμπληρώνει.

Ο κίνδυνος του να αναλαμβάνει το παιδί ρόλους ενήλικα

Σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο της η Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια Τριανταφυλλιά Χαρίλα, εξηγεί ότι όταν το παιδί μετατρέπεται σε «παιδί-γονιός», προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των γονιών του, αναγκάζεται να γίνει υπεύθυνο, αυτάρκες και αυτόνομο, σε βαθμό όμως που αντιστοιχεί σε παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας.

Αυτό έχει μεν μια γοητεία για το παιδί, το οποίο νιώθει καμάρι για την «εξουσία» που του δίνουν και για την εκτίμηση των γονιών του, όμως δεν σημαίνει απαραίτητα ότι έτσι αποκτά ισχυρή αυτοπεποίθηση. Αντίθετα, όπως χαρακτηριστικά λέει η ψυχολόγος «Το κόστος είναι πολύ μεγάλο, τόσο στην παιδική όσο και στη ενήλικη ζωή», γιατί το παιδί αυτό δεν έχει ισότιμη σχέση ούτε με τα αδέρφια του ούτε με τα άλλα παιδιά στην ηλικία του. Έτσι, χάνει την παιδικότητά του, την ξενοιασιά του, κουράζεται πριν την ώρα του. Επιπλέον, μαθαίνει πως είναι σημαντικό και άξιο θαυμασμού μόνο αν είναι δυνατό και ικανό και ατρόμητο. Αυτό, όμως, δημιουργεί τον κίνδυνο να βάλει στην άκρη το παιδί τις δικές του ανάγκες και τα συναισθήματά του. Μαθαίνει να λειτουργεί για τους άλλους, να είναι πάντα υπεύθυνο, να πρέπει πάντα να λύνει προβλήματα ή να διεκπεραιώνει καταστάσεις.

Γεγονός είναι, όπως εξηγεί η κ. Χαρίλα, ότι ως ενήλικας το παιδί αυτό και καλός άνθρωπος θα γίνει, αλλά και με έντονη συναισθηματική νοημοσύνη, ενώ οι γύρω του θα μπορούν πάντα να στηρίζονται σε αυτόν. Είναι, όμως, εξίσου πιθανό να αναπτύξει υποσυνείδητα και μεγάλο θυμό για τις δικές του συναισθηματικές ανάγκες που δεν καλύφθηκαν επαρκώς –και κυρίως, να μην μπορεί να τον εκφράσει. Γιατί, ως ενήλικας πλέον, θα του είναι πολύ δύσκολο να καταλάβει τι του φταίει και δεν νιώθει ικανοποιημένος με τον εαυτό του. Θα συνεχίζει, λοιπόν, να εξυπηρετεί άνευ όρων τους άλλους και να μένει πιστός στον ρόλο του, ελπίζοντας ότι έτσι θα λάβει κάποτε την ικανοποίηση που χρειάζεται. Θα κάνει ακόμα και περισσότερα από αυτά που του αναλογούν και αυτό θα τον θυμώνει και όλη αυτή η υποχρέωση που θα νιώθει να φανεί αντάξιο του ψηλού πήχη που του τέθηκε από παιδί θα τον εξαντλεί. Και ένα εξαντλημένο παιδί, τελικά, ούτε ευτυχισμένο θα μπορέσει να γίνει, ούτε να επιτυγχάνει πάντα το μέγιστο των δυνατοτήτων του.

Η χρυσή τομή

Ένας βασικός κανόνας που πρέπει να έχουν οι γονείς στο μυαλό τους, όπως λέει η Αμερικανίδα αναπτυξιακή ψυχολόγος Ashley Soderlund είναι ότι «Τα συναισθήματα δεν είναι ποτέ ο εχθρός, ακόμα κι όταν είναι υπερβολικά. Το σημαντικό, λοιπόν, είναι να βοηθήσετε το παιδί σας να εκδηλώνει τα συναισθήματά του και να μαθαίνει να τα διαχειρίζεται.»

Έτσι, την επόμενη φορά που το παιδί σας θα βρεθεί μπροστά σε μία πρόκληση ή που θα χτυπήσει και θα αρχίσει να κλαίει, επικυρώστε καταρχάς τα συναισθήματά του (π.χ. «το βλέπω ότι έχεις αγχωθεί», «το καταλαβαίνω ότι πονάς»), βεβαιώστε το έτσι ότι νοιάζεστε, και βοηθήστε το να βρει τρόπους να τα διαχειριστεί και να προχωρήσει –ανάλογα, κάθε φορά, με την περίπτωση. Ρωτήστε το τι μπορεί να κάνει για να μην έχει άγχος ή στρέψτε την προσοχή του κάπου αλλού, για να ξεχάσει τον πόνο του –κάπου εποικοδομητικά, π.χ. «Ωχ, κοίτα, έσπασε και η ακτίνα του ποδηλάτου –πώς θα την φτιάξουμε;». Όπως καταλήγει η Klein, «Σκοπός δεν είναι να μπείτε στη “μάχη” με το παιδί σας, λέγοντάς του “θα τα καταφέρεις”, αλλά να του δίνετε μια μικρή βοήθεια και να αφήνετε το ίδιο να ανακαλύπτει τι πρέπει να κάνει στη συνέχεια, μόνο του.»

Τέλος, πριν από οτιδήποτε άλλο, μην ξεχνάτε τι πρότυπο αποτελείτε εσείς για το παιδί σας. Ο πατέρας μου ήταν πάντα αγωνιστής, με την έννοια, όμως που αυτός είχε στο μυαλό του: πάλευε αδιάκοπα να κάνει το σωστό, χωρίς ποτέ να μας λέει πώς νιώθει, αν φοβάται ή νιώθει εξαντλημένος. Εγώ, όμως, θέλω τα παιδιά μου να δουν ότι μερικές φορές με καταβάλουν δύσκολα συναισθήματα που με κάνουν να θυμώνω, να χάνω την υπομονή μου και να κλαίω. Το σημαντικό, όμως, είναι μετά να με βλέπουν να τα διαχειρίζομαι όλα αυτά. Να λέω κάτι όπως «Πραγματικά θύμωσα τώρα. Χρειάζομαι μερικές βαθιές ανάσες για να ηρεμήσω» ή να εξηγώ γιατί αγχώθηκα ή γιατί έκλαψα. Τα παιδιά μας χρειάζεται να μάθουν να τα βγάζουν πέρα σε αυτόν τον τρελό κόσμο στον οποίον θα μεγαλώσουν και αυτό θα το κάνουν πρώτα απ’όλα παρατηρώντας πώς το κάνουμε εμείς. Μπορεί να τους κάνει καλό, λοιπόν, να καταλάβουν ότι μερικές φορές έχουμε ανάγκη να κλάψουμε ή να φωνάξουμε. Ποιος είπε ότι και οι αγωνιστές δεν έχουν συναισθήματα;

v