Όσα πρέπει να ξέρετε για την φύλαξη των βλαστοκυττάρων

Όσα πρέπει να ξέρετε για την φύλαξη των βλαστοκυττάρων

Η πρόοδος της Κυτταρικής Βιολογίας στις νέες μορφές θεραπειών για πολύ σοβαρές ασθένειες από τη μία πλευρά μας δίνει λόγους να ελπίζουμε ότι στο μέλλον θα μπορούμε να αποφύγουμε πολλές από αυτές, από την άλλη προβληματίζει, καθώς ανοίγει μία μεγάλη συζήτηση ως προς τα μέσα και τους σκοπούς των ερευνών που υπόσχονται να σώσουν ζωές.

Πώς καλούμαστε να πάρουμε θέση εμείς σε όλα αυτά; Αποφασίζοντας αν θα διαθέσουμε τα βλαστοκύτταρα των παιδιών μας για φύλαξη σε κάποια Τράπεζα Αποθήκευσης Ομφαλοπλακουντιακού Αίματος και αν για τον σκοπό αυτό θα επιλέξουμε ιδιωτικούς ή δημόσιους φορείς. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή…

Τι είναι τα «βλαστοκύτταρα»;

Με πολύ απλά λόγια, τα βλαστοκύτταρα είναι αρχέγονα κύτταρα που υπάρχουν στο έμβρυο, στον ενήλικο και στο ομφαλοπλακουντιακό αίμα. Ενώ, όμως, η πρόσβαση στα βλαστοκύτταρα του εμβρύου και του ενήλικα είναι δύσκολη, σε αυτά του ομφαλοπλακουντιακού αίματος είναι πολύ ευκολότερη, αφού μπορούν να αποσπαστούν κατά τη γέννηση ενός μωρού μετά την αποκοπή του ομφάλιου λώρου από το αίμα που παραμένει στον πλακούντα.

Πού χρησιμεύουν;

Η πρώτη απάντηση στο πού χρησιμεύουν τα βλαστοκύτταρα ήρθε στην δεκαετία του 1980, από τον καθηγητή Μικροβιολογίας και Ανοσολογίας του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα Hal E. Broxmeyer, ο οποίος απέδειξε ότι τα βλαστικά κύτταρα του ομφαλοπλακουντιακού αίματος διαθέτουν τις ίδιες ιδιότητες με τα αντίστοιχα του μυελού των οστών, με το επιπρόσθετο πλεονέκτημα της εύκολης απομόνωσης. Έτσι, τα πρώτα θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τα δεύτερα σε περιπτώσεις που είναι απαραίτητη η μεταμόσχευση.

Πολλές μεταμοσχεύσεις που έγιναν κατ’αυτόν τον τρόπο στέφθηκαν με επιτυχία, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει η δημιουργία τραπεζών διατήρησης βλαστικών κυττάρων σε ειδικά δοχεία βαθιάς κατάψυξης (190 βαθμοί Κελσίου υπό το μηδέν), με την χρήση υγρού αζώτου.

Με την πάροδο των ετών, τα βλαστοκύτταρα απέδειξαν και σε άλλους τομείς την χρησιμότητά τους: Χάρη στην «πλαστικότητά» τους οι επιστήμονες υποστηρίζουν πως μπορούν να προσφέρουν την δυνατότητα αντικατάστασης κυττάρων και ιστών σε τραύματα της σπονδυλικής στήλης, σε εγκεφαλικά επεισόδια, σε εγκαύματα, σε καρδιακές παθήσεις, στον διαβήτη, σε περιπτώσεις εκφύλισης ωχράς κηλίδος, στην ηπατίτιδα, στον αυτισμό, ενώ μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για τον έλεγχο νέων φαρμάκων. Η λίστα των δυνατοτήτων τους συνεχώς μεγαλώνει, δίνοντας απεριόριστες ελπίδες ζωής.

Δεν είναι, λοιπόν, παράλογο που πολλοί, αν και όχι οι περισσότεροι, γονείς σήμερα σπεύδουν να διαφυλάξουν τα βλαστικά κύτταρα των νεογέννητων παιδιών τους είτε σε ιδιωτικές είτε σε δημόσιες τράπεζες βλαστοκυττάρων με σκοπό να εξασφαλίσουν την προστασία της υγείας της οικογένειάς τους από μελλοντικές παθήσεις.

Σε ποιον μπορούν να εφαρμοστούν;

Κάτι που πολλοί από τους γονείς που αποθηκεύουν τα βλαστοκύτταρα του νεογέννητου μωρού τους δεν γνωρίζουν είναι ότι πιθανώς αυτό το γενετικό υλικό να μην χρησιμοποιηθεί ποτέ ιατρικώς από το ίδιο το παιδί τους. Γιατί; Σύμφωνα με τους βιολόγους, αν ένα παιδί του οποίου τα βλαστοκύτταρα έχουν καταψυχθεί για να χρησιμεύσουν σε θεραπεία εμφανίσει κάποια στιγμή λευχαιμία, τότε υπάρχει περίπτωση και τα κύτταρα αυτά να εξελιχθούν αργότερα σε λευχαιμικά. Το παιδί, αυτό, λοιπόν θα χρειαστεί τα βλαστοκύτταρα κάποιου άλλου, υγιούς παιδιού.

Για να βρεθούν τέτοια βλαστοκύτταρα θα πρέπει οι γονείς να απευθυνθούν σε δημόσια τράπεζα φύλαξης, ακόμα κι αν έχουν φυλάξει τα δικά τους σε ιδιωτική, και να πάρουν σειρά προτεραιότητας.

Σύμφωνα με ομιλία του καθηγητή Γενετικής του Γ.Π.Α Μιχαήλ Λουκά, «εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις, δεν υπάρχουν κλινικές αποδείξεις θεραπείας ασθενών με αυτόλογες μεταμοσχεύσεις βλαστοκυττάρων». Άλλωστε, προσθέτει ο ίδιος, «μετά από 20 χρόνια κανείς δε μπορεί να εγγυηθεί ότι οι ιδιωτικές τράπεζες θα εξακολουθούν να υπάρχουν».

Οι Δημόσιες και Ιδιωτικές Τράπεζες Ομφαλοπλακουντιακού Αίματος στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα η λειτουργία τραπεζών βλαστοκυττάρων ξεκίνησε το 2004, όμως μόλις το 2008 ενσωμάτωσε η χώρα μας τις σχετικές ευρωπαϊκές οδηγίες στη νομοθεσία της και η υπηρεσία φύλαξης πήρε σοβαρά σάρκα και οστά. Και παρά τις δεκάδες τέτοιες Ιδιωτικές Τράπεζες που λειτουργούν είτε σε νοσηλευτικά ιδρύματα είτε ως εταιρίες (υπολογίζονται περί τις 20), υπάρχουν μόλις δύο τράπεζες δημόσιας φύλαξης, μία στο Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών και μία στην Θεσσαλονίκη, στο Νοσοκομείο Παπανικολάου.

Για την ακρίβεια, συγκριτικά με τον πληθυσμό της, η χώρα μας είναι πρώτη στον κόσμο σε αριθμό ιδιωτικών τραπεζών ομφαλοπλακουντικού αίματος.

Σε τι διαφέρουν οι μεν από τις δε, πέρα από το κόστος; Σύμφωνα με την αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιατρικής ΑΠΘ, κ. Κοκκώνα Κολιάκου, «η δημόσια τράπεζα φύλαξης ασχολείται μόνο με την αλλογενή μεταμόσχευση [δηλαδή, με την παροχή βλαστοκυττάρων που έχουν δωριθεί εκεί σε όποιον ασθενή τα έχει ανάγκη], ενώ η ιδιωτική με την αυτόλογη και την αλλογενή, αλλά μέσα στην οικογένεια. Δωρίζοντας, λοιπόν, τα βλαστοκύτταρα του παιδιού σου δεν αποκτάς και αυτόματα προτεραιότητα στη λήψη τους όταν τα χρειαστείς, δεδομένου ότι αφενός δεν θα πάρεις τα δικά σου και αφετέρου προτεραιότητα έχει η ιστοσυμβατότητα και μόνο. Ο δε χρόνος που χρειάζεται για να βρεθεί ένα μόσχευμα, δε μπορεί να προσδιοριστεί».

Από την άλλη, το κόστος φύλαξης βλαστοκυττάρων σε ιδιωτική τράπεζα δεν είναι μικρό –ανάλογα με την εταιρία που θα επιλέξει κανείς αυτό κυμαίνεται στα 1.500 με 3.000 ευρώ, για αποθήκευση 20 ετών. Επιπλέον, όπως διευκρινίζει ο Γενετιστής κ. Λουκάς «οι ιδιωτικές τράπεζες δεν ασχολούνται με την ιστοσυμβατότητα των κυττάρων που φυλάσσουν, γι’αυτό και δεν συμμετέχουν στο διεθνές δίκτυο αναζήτησης μοσχευμάτων netcord».

Δεν είναι τυχαίο ότι στην Γαλλία και την Ιταλία δεν επιτρέπεται η λειτουργία ιδιωτικών τραπεζών, ενώ τιμωρείται με φυλάκιση η εξαγωγή βλαστοκυττάρων ομφαλοπλακουντικού αίματος προς φύλαξη σε άλλες χώρες.

Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι όλοι οι γονείς στις χώρες αυτές δωρίζουν το ομφαλοπλακουντιακό αίμα του παιδιού τους μόλις αυτό γεννηθεί ή πως όλες οι μονάδες που δωρίζονται συντηρούνται για πολλά χρόνια. Υπολογίζεται, μάλιστα ότι συχνά αποστέλλονται στην Γαλλία και την Ιταλία βλαστοκύτταρα από γειτονικές χώρες, όπως συνέβαινε και στην χώρα μας μέχρι να δημιουργηθούν ελληνικές τράπεζες.

Επιπλέον, η κ. Κολιάκου διευκρινίζει ότι και από την δημόσια τράπεζα υπάρχει χρέωση των βλαστοκυττάρων που θα λάβει κάποιος, και μάλιστα δεκαπλάσια της αξίας φύλαξης από τον ιδιωτικό τομέα –περί τα 20.000-30.000 ευρώ. Στην συνέχεια, βέβαια, ο ασθενής θα υποβάλλει τη δαπάνη στο ασφαλιστικό του ταμείο για να του επιστραφεί το ποσόν.

Κατά την δική της άποψη, «οι δημόσιες τράπεζες διεθνώς στηρίζουν εθνικές μειονότητες ή μεικτές οικογένειες που προέρχονται από διαφορετικές εθνικότητες, διότι τα παιδιά των οικογενειών αυτών όταν αρρωστήσουν από κακοήθη ασθένεια δεν θα μπορέσουν να βρουν εύκολα ένα συμβατό μόσχευμα. Στις περισσότερες των περιπτώσεων η ανεύρεση του μοσχεύματος είναι αδύνατη.»

Τι κάνουμε, λοιπόν;

Δεν υπάρχει απόλυτη συμφωνία ανάμεσα στους επιστήμονες στο κατά πόσο μπορούν ή δε μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα βλαστοκύτταρα για όλες τις αυτόλογες μεταμοσχεύσεις. Το βέβαιο, όμως, είναι ότι, είτε αυτόλογες είτε αλλογενείς, πολλές μεταμοσχεύσεις βλαστοκυττάρων σε παιδιά με σοβαρά προβλήματα υγείας έχουν μέχρι σήμερα στεφθεί με επιτυχία, συνεπώς η φύλαξη του γενετικού αυτού υλικού δεν είναι κακή ιδέα.

Στο ερώτημα της δωρεάς ή της ιδιωτικής φύλαξης απάντηση θα δώσουν μάλλον οι ηθικές αξίες του καθενός, καθώς και η οικονομική του δυνατότητα. Πολλοί είναι αυτοί που θα δουν το θέμα ανθρωπιστικά, υποστηρίζοντας την ανάγκη διεύρυνσης της Δημόσιας Τράπεζας προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε αυτήν όλοι και να αυξηθούν τα προς διάθεση μοσχεύματα. Άλλοι τόσοι, όμως, είναι και εκείνοι που στηρίζουν την επιθυμία των γονιών να χειριστούν το γενετικό υλικό του παιδιού τους όπως εκείνοι επιθυμούν, έχοντας άμεση πρόσβαση σε αυτό ανά πάσα στιγμή.

v