«Το να φροντίζεις αυτούς που κάποτε σε φρόντισαν, είναι η μεγαλύτερη χαρά»

«Το να φροντίζεις αυτούς που κάποτε σε φρόντισαν, είναι η μεγαλύτερη χαρά»

Η σχέση που έχει ένα παιδί με τους γονείς του δεν μπορεί να συγκριθεί με καμία άλλη. Πρόκειται για μια άνευ όρων αγάπη που δεν γνωρίζει όρια. Όσο τα χρόνια περνούν και οι γονείς μας μεγαλώνουν, οι φυσικές τους ανάγκες αλλάζουν και, τότε αρχίζεις σιγά σιγά να συνειδητοποιείς ότι οι ρόλοι αντιστρέφονται και γίνεσαι εσύ ο γονιός.

Ωστόσο, όπως λέει και η παρακάτω μαμά, όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό μερικές φορές, το να φροντίζεις αυτούς που κάποτε σε φρόντισαν είναι η μεγαλύτερη χαρά: 

«Κλήθηκα να αναλάβω τη φροντίδα των γονιών μου όταν αρρώστησαν και οι δύο βαριά. Ο πατέρας μου με καρκίνο και η μητέρα μου με αρχή άνοιας. Είχα κλείσε ήδη τα 45 και τα δυο παιδιά μου βρίσκονταν λίγο πριν την εφηβεία. 

Όταν έμαθα τα νέα για τους γονείς μου, τα οποία ήρθαν με λίγες μέρες διαφορά, ένιωσα βαθιά λύπη και στεναχώρια. Είναι πολύ δύσκολο να βλέπεις τους άλλοτε δραστήριους και δυναμικούς γονείς σου να καταπέφτουν. Οι άνθρωποι που έκαναν τα πάντα για σένα, που όλα αυτά τα χρόνια δεν σε άφησαν λεπτό να νιώσεις μόνη κι αβοήθητη, τώρα ήταν ανήμποροι και χρειάζονταν βοήθεια. 

Η φροντίδα μου προς αυτούς ήταν αντανακλαστική και ξεκίνησε από απλές εξετάσεις και επισκέψεις σε γιατρούς (πολλούς γιατρούς!). Μπορεί να κουραζόμουν διπλά τότε, αλλά η αγωνία μου για την υγεία τους υπερτερούσε. Το μόνο που ήθελα ήταν να είναι γεροί και να συνεχίσουν να είναι δίπλα μας για πολύ καιρό ακόμα. 

Δυστυχώς, η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Όχι μόνο δεν ήταν υγιείς, αλλά τα νέα των γιατρών ήταν απαισιόδοξα και για τους δύο. 

Πολύ σύντομα, μετακόμισαν στο σπίτι μας. Με τον άντρα μου να δουλεύει διπλοβάρδιες και δυο παιδιά να κάνουν την εφηβική τους επανάστασή, τα πράγματα στο σπίτι ήταν δύσκολα. Περιόρισα τις ώρες μου στη δουλειά, μαγείρευα καθημερινά για όλους κι έτρεχα συνέχεια να εξυπηρετήσω τις ανάγκες όλων.

Ευτυχώς, στην περιπέτεια αυτή είχα σύμμαχο τον άντρα μου ο οποίος έχασε τους γονείς του όταν ήταν παιδί και καταλάβαινε απόλυτα πόσο σημαντικό είναι για μένα να τους φροντίσω. 

Πρώτα "έφυγε" ο μπαμπάς μου. Μια μέρα έκλεισε τα μάτια του να κοιμηθεί και δεν ξαναξύπνησε. Τρεις μήνες μετά, ακολούθησε κι η μαμά μου. παρά την άνοια που είχε προχωρήσει αρκετά μέχρι τότε, σε στιγμές διαύγειας μου έλεγε πως θέλει να πάει κοντά στον πατέρα μου, να ησυχάσω κι εγώ. 

Ο πόνος μου ήταν αφόρητος, αλλά τουλάχιστον είχα την ευκαιρία να τους ξεπληρώσω όσα έκαναν για μένα, έστω και στο τέλος της ζωής τους. Είχα την ευκαιρία να τους βάζω για ύπνο κάθε βράδυ, να στους σκεπάζω, να τους φιλάω για καληνύχτα και να κάθομαι δίπλα τους μέχρι να τους πάρει ο ύπνος.

Είχα την ευκαιρία να τους πω πόσο τους αγαπώ, να τους ευχαριστήσω που ήταν πάντα δίπλα μου και να περάσω ακόμα μερικές όμορφες στιγμές μαζί τους. 

Δεν λέω ότι δεν κουράστηκα, το αντίθετο! Ωστόσο, Το να φροντίζεις αυτούς που κάποτε σε φρόντισαν, είναι η μεγαλύτερη χαρά. Και τώρα που "έφυγαν" και μας κοιτούν αγκαλιασμένοι από κει πάνω, είμαι σίγουρη ότι γνωρίζουν πόσο σπουδαίοι γονείς υπήρξαν και πόσο ευγνώμων τους είμαι».  

v