«Φύγαμε από την Ελλάδα το 2012, όταν η κόρη μας ήταν 6 χρονών. Μετακομίσαμε στην Σουηδία, όπου ο σύζυγός μου και εγώ είχαμε την ευκαιρία να βρούμε δουλειά. Δεν θα μπω στην διαδικασία να αναλύσω τις τρομακτικές διαφορές που μοιράζονται οι δύο χώρες σε επίπεδο υποδομών, υγείας, παιδείας και ποιότητας ζωής. Ωστόσο, θα ήθελα να επιμείνω σ’ ένα σημείο: στην σημασία που δίνουν, στην αυτονομία των παιδιών. Αν κάτι έμαθε τόσο το παιδί μου, όσο και εγώ είναι το πως μπορεί ένα κράτος να βοηθήσει ουσιαστικά τα παιδιά να γίνουν ανεξάρτητα. Tα παιδιά στην Σουηδία απογαλακτίζονται σταδιακά από την οικογένεια μέσα από μικρές ευθύνες που τους δίνονται καθημερινά κυρίως από το σχολείο. Όσο μεγαλώνουν, και φυσικά ανάλογα με την ηλικία που συνειδητοποιούν ότι μπορούν να κάνουν περισσότερα πράγματα χωρίς την βοήθεια των γονιών. Ποτέ δεν χρειάστηκε να διαβάσω την κόρη μου ή να της εξηγήσω ότι πρέπει να μαζεύει μόνη της το δωμάτιό της. Καταλαβαίνω πως το γεγονός ότι μετακομίσαμε όταν ήταν τόσο μικρή, έπαιξε σπουδαίο ρόλο. Παρόλα αυτά, πιστεύω ότι ανεξάρτητα τον τόπο μου μεγαλώνουμε, μπορούμε να βάλουμε και εμείς το χεράκι μας, δίνοντας το σωστό παράδειγμα. Όταν το ίδιο μας το παιδί βλέπει τους γονείς του να στηρίζονται στα πόδια τους, να αρπάζουν ευκαιρίες και να μην το βάζουν κάτω μπαίνουν από μόνα τους στην διαδικασία να προσαρμοστούν και να γίνουν ανεξάρτητα.» Κατερίνα, 40 ετών.
«Αφήσαμε την ζωή μας στην Ελλάδα για το Βερολίνο, όταν απολύθηκα εν μία νυκτί από τη δουλειά μου. Κάναμε αυτήν την καινούρια αρχή, λίγο πριν ο γιος μου τελειώσει το δημοτικό. Φυσικά, δεν ήταν εύκολο. Η γλώσσα και η κουλτούρα έφεραν δυσκολίες από τους πρώτους μήνες. Δεν θα μείνω ωστόσο, στις δυσκολίες αλλά στο τι μάθαμε οικογενειακώς από αυτήν την αλλαγή. Παρά τα όσα ακούγονται η Γερμανία είναι ανοιχτή προς τους ξένους και παρέχει σημαντική κοινωνική μέριμνα. Εκτός από αυτό όμως τα παιδιά μεγαλώνουν με πειθαρχία και ταυτόχρονα με ελευθερίες που είναι τελείως εκτός των ελληνικών δεδομένων. Η πολυπολιτισμικότητα αυτόματα δημιουργεί τον σεβασμό προς το διαφορετικό. Προσωπικά η εμπειρία με άλλαξε και ως πατέρα. Οι μπαμπάδες στην Γερμανία συμμετέχουν ενεργά στο μεγάλωμα των παιδιών. Τολμώ να πω ότι ο ρόλος και ο τρόπος αντιμετώπισής τους είναι ίσος με αυτό της μητέρας. Ο γιος μου είναι πολύ πειθαρχημένος και παίρνει πρωτοβουλίες, χωρίς δεύτερη σκέψη. Θα ζητήσει την συμβουλή μας, αλλά αφού πρώτα έχει φιλτράρει ο ίδιος τι είναι σωστό για τον ίδιο. Είτε πρόκειται γιαμικρά ζητήματα όπως ένα project για το σχολείο, είτε πως θα χειριστεί μια διαμάχη με τους φίλους του, θα το λύσει μόνος του. Θα το σκεφτεί διεξοδικά και μετά θα δράσει.» Σταμάτης, 45 ετών.
«Αποφασίσαμε να μετακομίσουμε στο Βέλγιο όταν η κόρη μου ήταν στην προεφηβεία. Τότε η απόφασή μας, την είχε επηρεάσει αρνητικά. Στην αρχή μας φώναζε, δεν μας μιλούσε και αρνιόταν να προσπαθήσει έστω και λίγο να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Εκείνα τα τρία χρόνια ήταν τα πιο δύσκολα της ζωής μου. Ένιωθα φόβο για τα πάντα: για την χώρα, για το ότι μπορεί να «χάσω» την κόρη μου, αλλά και για εμένα την ίδια. Έτσι, όμως, ήμουν και στην Ελλάδα. Ένιωθα φόβο και ανασφάλεια και ναι, πλέον δεν ντρέπομαι να το παραδεχτώ πως μεγάλωνα το παιδί μου σε μια γυάλα-προστατευμένη από την αγάπη μας. Αυτό δεν ισχύει στο εξωτερικό ή τουλάχιστον, στο Βέλγιο. Δεν μπορείς να είσαι υπερπροστατευτικός με το παιδί σου, γιατί πολύ απλά δεν χρειάζεται. Αφού πέρασαν τα τρία χρόνια, η κόρη μου είχε μεταμορφωθεί σε άλλον άνθρωπο- είναι δυναμική, ανεξάρτητη, κοινωνική και το κυριότερο, με στόχους! Όταν την ρώτησα τι την βοήθησε περισσότερο σε αυτήν την αλλαγή, μου απάντησε αφοπλιστικά: ‘’Η υπομονή.’Έμαθα να έχω υπομονή για να ζω και όχι απλώς να επιβιώνω. Να κάνω κάτι και να είμαι ευτυχισμένη γι’ αυτό γιατί το κάνω καλά.’’ » Αναστασία, 52 ετών.