Ψυχοσωματικά συμπτώματα: Ποια είναι και πώς αντιμετωπίζονται

Ψυχοσωματικά συμπτώματα: Ποια είναι και πώς αντιμετωπίζονται

Οι περισσότεροι από εμάς, κάποια στιγμή στη ζωή μας, ανατρέξαμε στον έναν γιατρό μετά τον άλλο λόγω κάποιας επίμονης ενόχλησης στο σώμα μας, και μετά από ένα σωρό εξετάσεις, έχοντας αποκλείσει τα πιο επικίνδυνα, ακούσαμε τον γιατρό μας να λέει «μάλλον είναι ψυχολογικό –μπορεί να οφείλεται στο άγχος». Μπορεί, όμως, η ψυχολογία μας να επηρεάσει τόσο πολύ την υγεία και την ευημερία μας;

Απάντηση σε αυτό υπάρχει ήδη από την εποχή του Πλάτωνα, στην αρχαία Ελλάδα, οπότε πίστευαν ότι η ψυχή και το σώμα είναι ένα. Τα διαχώριζαν μόνο για τις ανάγκες της μελέτης και της ανάλυσης. Έλεγαν, λοιπόν, ότι κάθε πάθηση έχει πολλαπλή αιτιολογία, είναι δηλαδή αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικών παραμέτρων. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που στις μέρες μας υπάρχει συγκεκριμένος κλάδος της ιατρικής που αντιμετωπίζει ολιστικά τα προβλήματα υγείας των ασθενών, η ολιστική ιατρική.

Το άγχος βασική αιτία ψυχοσωματικών προβλημάτων

Σύμφωνα με άρθρο της ψυχολόγου υγείας κ. Αντωνίας Μουσάτου, «η βασική αιτία εμφάνισης ενός ψυχοσωματικού συμπτώματος είναι το άγχος. Αυτό που διαφέρει σε κάθε ψυχοσωματικό σύμπτωμα είναι το επίπεδο του άγχους και τα βαθύτερα αίτια που προκαλούν το άγχος. Όταν το άγχος φτάσει σε πολύ υψηλό επίπεδο δημιουργεί δυσλειτουργία του νευρικού συστήματος και αυτό με τη σειρά του μπλοκάρει τις λειτουργίες του σώματος που ελέγχει».

Έτσι, μπορεί να εμφανιστούν διάφορα ψυχοσωματικά συμπτώματα, εκ των οποίων τα συνηθέστερα είναι:

-αϋπνία
-εφίδρωση, ξηροστομία, σιελόρροια
-ταχυκαρδία, τσιμπήματα στο στήθος, «φτερουγίσματα» στην καρδιά, ταχύπνοια
-υπεραερισμός, συχνοουρία, νυκτερινή ενούρηση σε παιδιά και εφήβους
-δυσκαταποσία (δυσκολία στην κατάποση), σφίξιμο των δοντιών (ιδίως τη νύχτα)
-αίσθημα σφιξίματος στο στομάχι, σπαστική κολίτιδα, σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (αέρια, δυσκοιλιότητα ή διάρροια), αναγωγές του γαστρικού περιεχομένου, καούρα, σφίξιμο στο στομάχι
-σεξουαλικά προβλήματα
-οσφυαλγία, σύνδρομο χρόνιας κόπωσης
-πονοκέφαλος, ζαλάδες
-μυρμηγκιάσματα, μειωμένη αισθητικότητα (κυρίως αίσθηση αφής), υπερθερμία
-προβλήματα μνήμης
-σχετικά μειωμένη ικανότητα επούλωσης των τραυμάτων
-ανορεξία, αυξημένη όρεξη, βουλιμία

Εύλογα, βέβαια, θα αναρωτηθεί ο κάθε ασθενής πώς θα καταλάβει αν τα παραπάνω συμπτώματα προέρχονται από ψυχοσωματικά αίτια και όχι από οργανικά, αφού πολλά από αυτά έχουν να κάνουν με οργανικές παθήσεις. Απάντηση σε αυτό θα δώσει ο γιατρός του ασθενούς, ο οποίος θα συστήσει να γίνουν κάποιες εξετάσεις και ενδεχομένως να εξεταστεί ο ασθενής από διάφορες ειδικότητες γιατρών, προκειμένου να διασταυρωθεί το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει οργανικό πρόβλημα (αν υπάρχει, πιθανώς να χορηγηθεί κάποια θεραπεία στον ασθενή). Αν δεν υπάρχει, τότε μένει να εξεταστεί ο ασθενής και από ψυχολόγο.

Η ψυχολογική θεραπεία στα ψυχοσωματικά προβλήματα

Η ψυχολόγος κ. Δήμητρα Σφήκα κάνει, καταρχήν, έναν σαφή διαχωρισμό ανάμεσα στα ψυχοσωματικά προβλήματα και στα συμπτώματα μιας γενικευμένης αγχώδους διαταραχής, η οποία εκδηλώνεται με τη μορφή κάποιου οργανικού συμπτώματος.

Έτσι, «στην περίπτωση των ψυχοσωματικών προβλημάτων έχουμε έναν ασθενή που έχει καταπιέσει για πολλά χρόνια κάποιο επίμονο άγχος, κάποια ψυχική πίεση, η οποία σωματοποιήθηκε σε οργανικό πρόβλημα. Ενδεικτικά, στην ψυχολογία, ο καρκίνος θεωρείται ψυχοσωματικό πρόβλημα, μία πάθηση που προήλθε από έντονη ψυχική πίεση. Και έχει βρεθεί από έρευνες ότι καρκινοπαθείς έχουν βελτιωθεί σημαντικά μετά από συνεδρίες ψυχοθεραπείας».
Στην περίπτωση της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής ο ασθενής μπορεί να έχει ένα οργανικό πρόβλημα και να το αποκωδικοποιεί καταστροφολογικά, π.χ. να πονάει το κεφάλι του και αντί να σκεφτεί ότι π.χ. κρύωσε, να πιστέψει ότι έχει όγκο στο κεφάλι.

Σκοπός της ψυχοθεραπείας και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις είναι να εντοπίσει ο θεραπευτής από πού και πότε προήλθε το πρόβλημα, να συνδεθεί δηλαδή το σύμπτωμα με την αιτία του άγχους. «Συνήθως το σύμπτωμα έχει να κάνει με άγχος προσωπικότητας, το οποίο εκδηλώνεται και καταστροφολογικά», λέει η κ. Σφήκα.

«Ο ψυχοθεραπευτής, λοιπόν, επιχειρεί να κάνει το άτομο να μην αποκωδικοποιεί οποιοδήποτε σύμπτωμα καταστροφικά (π.χ. έχω ταχυπαλμία, άρα πεθαίνω), αλλά να κάνει ανακατασκευή της σκέψης του. Αυτό δεν είναι εύκολο γιατί πάντα υπάρχει αντίσταση από τον ασθενή («μπορεί να έχω κάτι που δε μου λένε ή μπορεί οι γιατροί να ξέχασαν να μου πουν κάτι»). Όλο αυτό το άγχος πυροδοτείται από κάποια κατάσταση, όμως προϋπάρχει στον ασθενή συγκαλυμμένο. Κανείς δεν αγχώνεται τόσο πολύ ξαφνικά στα 30 του. Κι αν αγχωθεί, π.χ. επειδή έχασε τη δουλειά του, δεν θα πάθει κρίση πανικού αν δεν υπάρχει ένα σχετικό υπόστρωμα.

»Με την ψυχοθεραπεία, λοιπόν, επιδιώκουμε να ηρεμήσει ο ασθενής και να αποκωδικοποιήσει γιατί του συμβαίνει ό,τι του συμβαίνει. Στη συνέχεια, τον βοηθάμε να φτιάξει μία δική του λογική σκέψη την οποία να ενεργοποιεί όταν παθαίνει κάποιο σύμπτωμα.

»Η διαδικασία αυτή δεν είναι εύκολη, γι'αυτό κάποιοι ασθενείς καταφεύγουν σε αντικαταθλιπτικά που πιθανώς τους συστήσει παθολόγος. Αυτά, όμως, αφενός έχουν παρενέργειες και αφετέρου επικαλύπτουν το σύμπτωμα, δεν λύνουν το πρόβλημα. Αν δεν βρει ο άνθρωπος γιατί αγχώνεται, γιατί αποκωδικοποιεί τα πάντα κάτω από ένα πρίσμα αγχώδους διάθεσης, δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεπεράσει το πρόβλημα. Όλες οι έρευνες έχουν αποδείξει ότι με την ψυχοθεραπεία μπορεί να βρεθεί λύση στα ψυχοσωματικά συμπτώματα», καταλήγει η κ. Σφήκα.

v