Η ιστορία τους ξεκινά το 1979, στα χρόνια της δικτατορίας του Πινοτσέτ. Τότε, η 19χρονη μητέρα πήγε τις κόρες της σε μια δημόσια κλινική για εξέταση. Εκεί της είπαν πως τα μωρά έπρεπε να παραμείνουν για «ιατρική παρακολούθηση». Σύντομα όμως της τα αφαίρεσαν, κατηγορώντας την ότι δεν τις φρόντιζε σωστά. Λίγο αργότερα έμαθε ότι είχαν δοθεί για υιοθεσία σε Ιταλούς, με παραποιημένα ληξιαρχεία που ανέφεραν πως δεν είχε εμφανιστεί κανένας γονιός.
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, χιλιάδες παιδιά –τα λεγόμενα «Παιδιά της Σιωπής»– αρπάχτηκαν από φτωχές μητέρες και δόθηκαν για υιοθεσία κυρίως σε οικογένειες της Ευρώπης και των ΗΠΑ, συχνά με την εμπλοκή γιατρών, ιερέων και κοινωνικών λειτουργών.
Η Σότο ποτέ δεν έχασε την ελπίδα. Από το 2020 συνεργάστηκε με την οργάνωση Nos Buscamos, η οποία μέσω τεστ DNA βοηθά οικογένειες να ξαναβρεθούν. Το καθοριστικό βήμα έγινε φέτος, όταν ο γιος μιας εκ των διδύμων έκανε το τεστ και εντόπισε τη γιαγιά του. Μέσα σε λίγα λεπτά, μητέρα και κόρες μιλούσαν διαδικτυακά για πρώτη φορά.
Στις 10 Σεπτεμβρίου, οι δίδυμες έφτασαν στη Χιλή. Το αεροδρόμιο γέμισε με συγγενείς, δημοσιογράφους και απλούς πολίτες που ήθελαν να γίνουν μάρτυρες της συγκινητικής αγκαλιάς. Παρότι η μητέρα δεν μιλά ιταλικά και οι κόρες δεν ξέρουν ισπανικά, η γλώσσα δεν χρειάστηκε.
«Ο Θεός με άκουσε», είπε η Σότο. «Είναι σαν να τις ξαναγέννησα, αλλά ενήλικες πια».
Οι δίδυμες τόνισαν πως και οι θετοί τους γονείς εξαπατήθηκαν, αφού αγνοούσαν ότι τα κορίτσια είχαν αφαιρεθεί βίαια από τη βιολογική τους μητέρα.
Η Σότο νιώθει τυχερή που τα κατάφερε, αλλά δεν ξεχνά τις χιλιάδες άλλες μητέρες που ακόμα ψάχνουν τα παιδιά τους ή έφυγαν από τη ζωή χωρίς να τα βρουν. «Ποτέ να μην σταματάτε να παλεύετε», λέει. «Τώρα, με την τεχνολογία, υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες».
Πηγή: cnn.com









