5 πράγματα που δεν πρέπει να πεις σε μια άνεργη μητέρα

5 πράγματα που δεν πρέπει να πεις σε μια άνεργη μητέρα

Κατ’ αρχάς, να ξεκαθαρίσουμε κάτι: αυτό το άρθρο δεν μιλάει για τις μαμάδες που διάλεξαν να μην εργαστούν, κάνοντας μια σοβαρή επιλογή ζωής και μένοντας σπίτι για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Μιλάει για τις μαμάδες εκείνες, που στην Ελλάδα των αστρονομικών ποσοστών ανεργίας είναι πολλές: τις μαμάδες που ψάχνουν για δουλειά. Που απολύθηκαν, που έμειναν ξεκρέμαστες γιατί η επιχείρηση στην οποία δούλευαν έκλεισε, που είχαν μια δική τους επιχείρηση που δεν κατάφερε να επιβιώσει στην κρίση, που είναι άνεργες και αγωνίζονται για να βρουν μια δουλειά αξιοπρεπή.

Η ανεργία είναι δύσκολη κι όποιος έχει περάσει απ’ αυτή τη φάση του αγωνιώδους ψαξίματος και των ατελείωτων βιογραφικών, ξέρει ότι η ψυχολογία του ανέργου είναι ευαίσθητη και τα νεύρα του είναι ήδη κρόσσια. Οπότε δεν θέλει ν’ ακούσει τίποτα απ’ τα παρακάτω –ιδίως αν είναι μαμά.

«Όποιος ψάχνει για δουλειά, βρίσκει»

Αν μας ρωτάτε, ψηφίζουμε αυτήν την ατάκα ως τη χειρότερη που μπορείς να πεις σ’ έναν άνθρωπο που ψάχνει μανιωδώς δουλειά. Ναι, υπάρχουν εκείνοι που λένε ότι ψάχνουν, αλλά δεν ψάχνουν κι αντ’ αυτού γκρινιάζουν για τον παλιόκοσμο και για την παλιοκοκοινωνία που τους στερεί το δικαίωμα στην ευτυχία. Όμως οι άλλοι, εκείνοι που ξυπνούν νωρίς για να δουν πρώτοι τις νέες αγγελίες, στέλνουν σωρηδόν τα βιογραφικά και ξαγρυπνούν μ’ αυτό το άγχος, είναι πολύ περισσότεροι.

Και, ναι, εννοείται πως γίνεται να ψάχνεις (σαν τρελός!) δουλειά στην Ελλάδα του σήμερα και να μη βρίσκεις τίποτα. Ή, τουλάχιστον, τίποτα που να μην είναι αναξιοπρεπές, υπερβολικά κακοπληρωμένο ή εντελώς έξω απ’ αυτό που θες ή έχεις εκπαιδευτεί να κάνεις. Οπότε, κρατήστε τις θεωρίες περί «εργατικών ανθρώπων που ΠΟΤΕ δεν ξεμένουν από δουλειά» για τον εαυτό σας.

«Γιατί δεν κοιτάς τις αγγελίες;»

Έχεις φάει τις μέρες σου ξεψαχνίζοντας κάθε πιθανή γωνίτσα του ίντερνετ για αγγελίες, έχεις στείλει βιογραφικό σε οποιαδήποτε δουλειά μπορεί να σε πάρει, έχεις ρίξει όσο πιο χαμηλά γίνεται τον πήχη, έχεις κάνει bookmarked όποια σελίδα αγγελιών υπάρχει στο σύμπαν κι έρχεται ένας λαμπρός νους, ένα φωτισμένο μυαλό για να ταράξει τα λιμνάζοντα νερά της χαζομάρας σου και να σου δώσει τη λύση, που ήταν τόσο καιρό μπροστά στα μάτια σου: «Κοίτα καμιά αγγελία».

Σωστό. Πώς δεν το είχαμε σκεφτεί;

«Πώς αντέχεις να μην κάνεις τίποτα όλη μέρα;»

Το αν αντέχει ή δεν αντέχει κανείς την ανεργία και την εργασιακή απραξία που αυτή συνεπάγεται είναι δικό του ζήτημα. Υπάρχει κόσμος, που μέσα στο άγχος του βρίσκει τρόπους ν’ απολαμβάνει τη διακοπή απ’ τη δουλειά κι υπάρχει και κόσμος που νιώθει σαν θηρίο στο κλουβί, όταν δεν δουλεύει.

Το να ρωτάς μια μαμά «Τι κάνει όλη μέρα» επειδή δεν έχει δουλειά πλήρους απασχόλησης, όμως, σημαίνει ότι ξεχνάς ή ότι αδιαφορείς για κάτι βασικό: το να μεγαλώνεις παιδιά είναι από μόνο του δουλειά πλήρους απασχόλησης. Πιστέψτε μας, αγαπητοί γνωστοί κι άγνωστοι, φίλοι και συγγενείς: έχεις ένα σωρό πράγματα να κάνεις αν μείνεις σπίτι με τα παιδιά. Ένα σωρό.

«Γιατί πας τα παιδιά παιδικό, αφού δεν δουλεύεις;»

Κατ’ αρχάς, είναι κάπως άκομψο να κρίνουμε τις επιλογές ενός γονιού, εάν η σχέση μας μαζί του δεν μας το επιτρέπει. Μπορεί η μαμά στην οποία απευθύνετε αυτό το ερώτημα να θεωρεί ότι ο παιδικός σταθμός είναι ο καλύτερος τρόπος να κοινωνικοποιηθεί το παιδί της, να είναι απολύτως ευχαριστημένη απ’ τις δασκάλες και τις δραστηριότητες που κάνει εκεί το μικρό της και να είναι κι αυτό πολύ χαρούμενο. 

Και δεύτερον: μια άνεργη μαμά, συνεχίζει να στέλνει τα παιδιά της στον παιδικό σταθμό γιατί πολύ απλά θεωρεί/ ελπίζει/ περιμένει/ προσεύχεται/ ότι θα βρει δουλειά. Άμεσα.

«Μακάρι να ήμουν στη θέση σου»

Ατάκα που, προφανώς, προέρχεται από εργαζόμενους (και, η αλήθεια να λέγεται: κυρίως από σκληρά εργαζόμενους) γονείς. Προφανώς, δεν έχουν φιλτράρει καθόλου αυτό που σκέφτονται, δεν αξιολογούν καθόλου σωστά την κατάσταση του συνομιλητή τους ή είναι εντελώς εγωκεντρικά πλάσματα χωρίς ίχνος ενσυναίσθησης.

Αυτό που θέλουν στην πραγματικότητα να πουν είναι ότι χρειάζονται διακοπές γιατί έχουν εξαντληθεί. Κατανοητό. Αλλά παντελώς άσχετο.

v