«Η Ελλάδα γερνά»: Γιατί δεν κάνουμε πολλά παιδιά όπως παλιά

«Η Ελλάδα γερνά»: Γιατί δεν κάνουμε πολλά παιδιά όπως παλιά

Τα πρόσφατα δημογραφικά στοιχεία του 2019 συνθέτουν ένα αρκετά απαισιόδοξο σενάριο για το μέλλον της χώρας. Οι γεννήσεις είναι λιγότερες από τους θανάτους ενώ, εάν η κατάσταση δεν αλλάξει, ο ελληνικός πληθυσμός θα μειωθεί αισθητά με τα άτομα άνω των 70 ετών να αποτελούν το 30-33% του πληθυσμού.

«Η Ελλάδα γερνά» φωνάζουν οι ειδικοί και οι επιπτώσεις φαίνονται όχι μόνο στην οικονομία μας αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως η προσπάθεια για την ανάπτυξη ενός κοινωνικού κράτους της προηγούμενης κυβέρνησης ή τα επιδόματα μητρότητας που ανακοινώθηκαν τις προηγούμενες μέρες μοιάζουν να χειροκροτούνται από τους νέους ανθρώπους. Γιατί δυστυχώς, το να κάνεις παιδιά στην Ελλάδα σήμερα, δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα. Οι νέοι γονείς χρειάζονται υποστήριξη, βοήθεια και σταθερότητα.

Οικονομική κρίση

Πρώτα και κύρια, το δημογραφικό πρόβλημα έχει εκτοξευτεί την τελευταία εξαετία και όχι αδίκως. Η οικονομική κρίση δεν μας επισκέφθηκε για λίγο. Η δεκαετία που διανύσαμε άφησε τα σημάδια της σε όλα τα επίπεδα: ηθικό, κοινωνικό, ψυχολογικό και φυσικά οικονομικό!

Η σκληρή πραγματικότητα είναι πως πλέον δουλεύουμε περισσότερο από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, ενώ ο μισθός μας καλύπτει μετά βίας το ενοίκιο, τους λογαριασμούς και τους φόρους μας. Εάν προσθέσεις σε όλα αυτά το άγχος για το παρόν, την ανασφάλεια για το μέλλον αλλά και το ψυχολογικό βάρος για τα νεανικά μας όνειρα που ναυαγούν στην κρίση, καταλαβαίνεις πως η μητρότητα, όσο κι αν την επιθυμείς, μοιάζει με πολυτέλεια.

Ηθική κρίση

Εκτός από το «άδειο πορτοφόλι», όμως, παρατηρείται και μία ηθική κρίση που μάλλον δεν την περιμέναμε. Όταν η οικονομική κρίση άρχισε να γίνεται αισθητή, οι περισσότεροι ψιθυρίζαμε πως κάτι τέτοιο ίσως μας φέρει πιο κοντά σαν κοινωνία, αφού ο ένας θα βοηθά τον άλλον όπως μπορεί. Ωστόσο, αυτό που παρατηρώ μερικά χρόνια αργότερα, είναι πως η ανέχεια και οι δυσκολίες, αντί να μας ενώσουν μας δίχασαν.

Οι φωνές που ακούγονται είναι συχνά ακραίες, ενώ τείνει να μας καταπιεί ένας ταξικός και κοινωνικός διαχωρισμός που, στην πραγματικότητα, είναι ανύπαρκτος. Λες και η ανθρωπιά έχει τάξεις, χρώμα ή πολιτικές ταμπέλες. Η ανασφάλεια, λοιπόν, παίρνει φόρα και χτυπά όχι μόνο τους τραπεζικούς λογαριασμούς, αλλά ολόκληρη την κοινωνία που θα φιλοξενήσει το παιδί μας.

Οι γυναίκες έχουν πολύ περισσότερες ευθύνες

Κάποτε ρώτησα τον παππού μου πώς οι παλιότερες γυναίκες έκαναν 4-5 παιδιά και άντεχαν, σε αντίθεση με σήμερα που τα 2 παιδιά φαίνονται βουνό! Η απάντησή του ήταν η εξής: «παλιότερα οι γυναίκες δεν δούλευαν όλη μέρα, δεν κλείνονταν σε ένα διαμέρισμα, δεν είχαν φροντιστήρια και όλη η γειτονιά ήταν μία μεγάλη οικογένεια». Και φυσικά είχε δίκιο.

Η σύγχρονη γυναίκα ζει σε ρυθμούς ιλιγγιώδεις ενώ πρέπει να ανταποκρίνεται με επιτυχία σε όλους της τους ρόλους. Η εργασία είναι απαραίτητη, τα φροντιστήρια και οι εξωσχολικές δραστηριότητες των παιδιών επίσης, ενώ δεν μπορεί να αμελήσει τη διαπαιδαγώγησή τους ή τις δουλειές του σπιτιού. Και φυσικά δεν υποτιμώ καθόλου το ρόλο του σύγχρονου πατέρα, ο οποίος διανύει ένα εξίσου δύσκολο και σκοτεινό μονοπάτι. Όταν, λοιπόν, η καθημερινότητά σου είναι τουλάχιστον εξαντλητική και μάλιστα χωρίς κάποιο φως αισιοδοξίας να διαφαίνεται στο βάθος, είτε δεν κάνεις παιδιά, είτε κάνεις λίγα παιδιά.

Παντρευόμαστε σε μεγαλύτερη ηλικία

Και φυσική απόρροια των προηγουμένων, είναι πως, μέχρι να είμαστε απολύτως έτοιμοι για όλους μας τους ρόλους, περνάν αρκετά χρόνια. Εξάλλου, η σημερινή γυναίκα δεν μοιάζει ιδιαίτερα στο πρότυπο της γιαγιάς μας. Έχει φιλοδοξίες, θέλει να πετύχει και να κάνει οικογένεια μόνο όταν θα είναι σίγουρη πως θα προσφέρει στο παιδί της όλα όσα θέλει. Δηλαδή, όχι πριν τα 30 με 35.

Διαφορετικός τρόπος ζωής

Πιθανολογώ πως πολλοί θα αναρωτηθούν αν οι σημερινοί νέοι είναι τεμπέληδες και κακομαθημένοι αφού ως χώρα έχουμε περάσει πολύ δυσκολότερες καταστάσεις και έχουμε αντεπεξέλθει επιτυχώς. Ωστόσο, δεν είμαι σίγουρη εάν έχουν δίκιο, μια και ο τρόπος ζωής στην Ελλάδα του 2019 είναι πολύ διαφορετικός από εκείνον του 1940 ή του 1970, για παράδειγμα.

Καταρχάς, σήμερα δεν υπάρχει η έννοια της γειτονιάς ή της ανεμελιάς όπως τη γνώρισαν οι παλιότεροι. Τα παιδιά μετά το σχολείο δεν περνούν το χρόνο τους σε μια αλάνα με τους φίλους τους. Είναι κλεισμένα σε ένα διαμέρισμα και, αν δεν ασχοληθείς αρκετά μαζί τους, κινδυνεύουν να νοσήσουν από την ασθένεια της εποχής: τις οθόνες! Επιπλέον, έχει αλλάξει ακόμα και η έννοια της «γονεϊκότητας», αφού η αγωνία μας να μην επαναλάβουμε τα λάθη των γονιών μας μάς σπρώχνει όχι μόνο να ενημερωνόμαστε για νέες παιδαγωγικές μεθόδους αλλά και να  αφιερώνουμε την περισσότερη από την ενέργειά μας στα παιδιά.

Όταν, λοιπόν, έχεις ένα ή δύο παιδιά και οι ώρες της ημέρας φτάνουν με το ζόρι για να ανταποκριθείς στην καθημερινότητα, είναι σχεδόν αδύνατο να σκεφτείς για ένα ακόμα!

Έλλειψη κοινωνικών υποστηρικτικών δομών για τη μητέρα

Για το τέλος άφησα το πιο σημαντικό: την έλλειψη των κοινωνικών δομών που μπορούν να υποστηρίξουν τη μητέρα, να δημιουργήσουν ασφάλεια για την οικογένεια και να εξασφαλίσουν το τέλος του δημογραφικού προβλήματος. Και φυσικά, δεν είναι πρόβλημα που έχει προκύψει από την κρίση. Αντίθετα, η ελληνική κοινωνία, ίσως επαναπαυόμενη στους ισχυρούς οικογενειακούς δεσμούς (γιαγιά, παππούς, κτλ), δεν φρόντισε να οργανώσει ένα μοντέλο σαν το σουηδικό, για παράδειγμα.

Ωστόσο, οι εξελίξεις φαίνεται ότι μας πρόλαβαν και σήμερα, που χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ τη στήριξη του κράτους ώστε να βοηθήσουμε οικονομικά, κοινωνικά και δημογραφικά τη χώρα μας, το κράτος είναι κουτσό.

v