Πώς επηρεάζει τον χαρακτήρα και την υγεία των παιδιών η σειρά γέννησής τους;

Πώς επηρεάζει τον χαρακτήρα και την υγεία των παιδιών η σειρά γέννησής τους;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αγαπάμε όλα τα παιδιά μας το ίδιο και τους δίνουμε όλη την προσοχή και τη φροντίδα μας αδιάκοπα και χωρίς εξαιρέσεις. Ταυτόχρονα, είναι απολύτως φυσιολογικό να υπάρχουν διαφορές στην εμπειρία του κάθε παιδιού μιας πολυμελούς οικογένειας, αφού π.χ. στο πρωτότοκο η προσοχή μας είναι υπερβολική ενώ το νεότερο, στο οποίο είμαστε πλέον αρκετά πιο χαλαροί, βρίσκεται να «κυνηγάει» την εξέλιξη των μεγαλύτερων. Οι σχετικές έρευνες δείχνουν πως διαφορές σαν κι αυτές, που είναι εγγενείς και εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα, μπορεί να έχουν συγκεκριμένη επίδραση στη προσωπικότητα, αλλά και την υγεία ενός παιδιού.

Το πρωτότοκο είναι πιο προστατευμένο

Τα παιδιά που γεννιούνται πρώτα απολαμβάνουν την αμέριστη προσοχή όλων, ώσπου να γεννηθούν τα επόμενα. Τότε, αφού ξεπεράσουν το σοκ, καλούνται απ’ τους γονείς να αποτελέσουν το καλό παράδειγμα για τα μικρότερα αδέρφια τους. Κατά συνέπεια, η πίεση να κάνουν πάντα το σωστό και να τα πηγαίνουν καλά σε όλα είναι πολύ μεγαλύτερη.  

Σύμφωνα με μια έρευνα του 2007, τα πρωτότοκα παιδιά είναι συχνά πιο «ευσυνείδητα» από τα επόμενα, έχουν δηλαδή την τάση να αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους, να ακολουθούν τους κανόνες εντός και εκτός οικογένειας και, γενικά, να προσπαθούν να πετυχαίνουν σε ότι κάνουν. Απλώς, τείνουν να το κάνουν μέσα στο πλαίσιο που τους έχει δοθεί και χωρίς να σπάνε τους κανόνες - είναι κατά μία έννοια πιο «συντηρητικά». Επίσης, έχει παρατηρηθεί πως τα πρωτότοκα παιδιά μπορεί να έχουν υψηλότερο δείκτη νοημοσύνης (IQ) από τα αδέρφια τους.

Η σειρά γέννησης, όμως, είναι πιθανό να έχει επίδραση και στην υγεία των πρωτότοκων παιδιών. Λόγω της υπερβολικής προστασίας που λαμβάνουν από τους γονείς – οι οποίοι είναι συνήθως πιο σχολαστικοί και «υποχόνδριοι» με το πρώτο παιδί – τα πρωτότοκα εκτίθενται σε ελάχιστα μικρόβια ή βακτήρια μέχρι να πάνε στο σχολείο. Έτσι, η πιθανότητα να παρουσιάσουν αλλεργίες, ρινίτιδες, δερματικές παθήσεις (π.χ. έκζεμα) ή άσθμα, είναι ιδιαίτερα αυξημένη.

Το μεσαίο είναι πιο ανθεκτικό

Τα παιδιά που έχουν μεγαλύτερα και μικρότερα αδέρφια, αναγκάζονται να διεκδικήσουν τη προσοχή των γονιών, αρχικά από το μεγάλο και ύστερα από το μικρότερο. Στην πορεία, καλούνται, μέσα στο περιβάλλον της οικογένειας, να ανταγωνιστούν ένα παιδί που έχει ωριμάσει πιο πολύ, πνευματικά και σωματικά, και ένα άλλο που, ως μικρότερο, έχει τη διαρκή στήριξη των γονιών.

Μιας και δεν έχουν άλλο πλεονέκτημα, τα μεσαία παιδιά βάζουν το μυαλό τους να δουλέψει για να επιβιώσουν, μαθαίνουν να ελίσσονται, να διαπραγματεύονται και να διεκδικούν τον «χώρο» τους με άλλους τρόπους. Ταυτόχρονα, την ώρα που τ’ αδέρφια τους έχουν μάθει ν’ απευθύνονται στους γονείς όποτε χρειάζονται κάτι, τα μεσαία παιδιά δείχνουν την τάση να αναζητούν στήριξη και αλλού. Είτε σε κάποιο απ’ τα αδέρφια τους είτε σε πρόσωπα εκτός οικογενειακού πλαισίου, έναν καλό φίλο για παράδειγμα.

Ο κίνδυνος εδώ είναι, το παιδί να νιώσει παραμελημένο και να αναζητήσει αυτό που του λείπει σε ανθρώπους ή ομάδες ανθρώπων που ίσως του ασκήσουν κακή επιρροή. Σε σχετική έρευνα, έχει παρατηρηθεί πως τα επίπεδα παραβατικότητας στα μεσαία παιδιά είναι πιο υψηλά.       

Όσο για την υγεία τους, τα μεσαία παιδιά εκτίθενται από νωρίς σε εξωτερικούς παράγοντες, μέσω του μεγαλύτερου. Κατά συνέπεια, αναπτύσσουν αυξημένη ανθεκτικότητα σε μικρόβια και βακτήρια και αποκτούν περισσότερα αντισώματα από νωρίς. Αυτό που πρέπει να προσέχουμε, είναι η ψυχική τους υγεία, καθώς, αν στ’ αλήθεια παραμεληθεί, ένα μεσαίο παιδί είναι πιθανό να εμφανίσει συμπτώματα κατάθλιψης. 

Το νεότερο είναι πιο ανεξάρτητο

Τα παιδιά που γεννιούνται τελευταία, λαμβάνουν μεν πολλή προσοχή ως μικρότερα, αλλά έχουν συνήθως λιγότερους περιορισμούς και πιο ανοιχτό «πεδίο δράσης» σε σχέση με τ’ αδέρφια τους. Όχι μόνο επειδή η προσοχή των γονιών επιμερίζεται, αλλά κι επειδή με τον καιρό είναι κι εκείνοι πιο «χαλαροί» με τους κανόνες τους. Την ίδια στιγμή, μεγαλώνοντας με μεγαλύτερα αδέρφια, τείνουν να ωριμάζουν γρηγορότερα – έχει παρατηρηθεί πως μπαίνουν στην εφηβεία 3 μήνες νωρίτερα.

Η συνέπεια είναι οι «βενιαμίν» να είναι πιο ελεύθερα πνεύματα από τ’ αδέρφια τους και να αποκλίνουν ευκολότερα από τις συνήθειες και τη νοοτροπία της οικογένειας. Τα νεότερα παιδιά τείνουν να είναι πιο ανεξάρτητα και να επιλέγουν τον δρόμο τους μόνα τους αψηφώντας τους γονείς, αν χρειαστεί. Ίσως γι’ αυτό, παρουσιάζουν καλύτερους δείκτες πνευματικής και ψυχικής υγείας.

Το ότι είναι ανοιχτά σε νέες εμπειρίες και βασίζονται υπερβολικά στην κρίση τους, βέβαια, κρύβει και κινδύνους που σχετίζονται με την πρόωρη επαφή με το αλκοόλ, το κάπνισμα ή το σεξ. Παράλληλα, οι γονείς είναι πιο χαλαροί και σε θέματα πρόληψης και ασφάλειας με συνέπεια τα νεότερα παιδιά τους να έχουν αυξημένο κίνδυνο να πάθουν κάποιο ατύχημα μέσα στο σπίτι, ενώ συχνά δεν λαμβάνουν και όλα τα απαραίτητα εμβόλια.

 

v