«Κανείς δεν είχε καταλάβει ότι υποφέρω από βαριά κατάθλιψη μέχρι που μίλησα»

«Κανείς δεν είχε καταλάβει ότι υποφέρω από βαριά κατάθλιψη μέχρι που μίλησα»

Η κατάθλιψη δεν έχει φύλλο ή ηλικία, ούτε και κάνει διακρίσεις. Εκείνος που νοσεί επιδιώκει να απομονώνεται, νιώθει κενός και άχρηστος ή είναι ευερέθιστος και νευρικός. Είναι η ασθένεια της εποχής και, κατά κύριο λόγω, χτυπάει τις γυναίκες λόγω ορμονών. Τις καταβάλλει και, σιγά σιγά, σαν το σαράκι, τις εξαντλεί ψυχικά.

Έκανα όλες τις δουλειές μου κανονικά…

Το περίεργο στην όλη υπόθεση είναι πως η κατάθλιψη δεν έχει πάντα το λυπημένο, άτονο και παραδομένο πρόσωπο που περιμένουμε να δούμε. Όσες την έχουμε περάσει, γνωρίζουμε πολύ καλά πως μια μητέρα με κατάθλιψη θα σηκωθεί το πρωί από το κρεβάτι, θα φροντίσει το παιδί της, θα πάει στη δουλειά, θα μαγειρέψει, θα σκουπίσει, θα κουβεντιάσει με τους φίλους ή τον άντρα της, θα δει λίγη τηλεόραση κι έπειτα θα πέσει να κοιμηθεί.

Μια μέρα κανονική, δηλαδή, σαν όλες τις υπόλοιπες και σαν όλων των υπολοίπων. Όσοι την βλέπουν αδυνατούν να καταλάβουν πως μέσα της νιώθει άδεια. Εκείνο το κενό που σε καθηλώνει και σου στερεί το νόημα της ίδιας της ζωής. Εκείνοι που την ξέρει καλά, όμως, θα διακρίνουν στο βλέμμα της πως κάτι δεν είναι όπως πριν και πως το χαμόγελό της είναι λυπημένο.

... αλλά αγωνιούσα μήπως επηρεάσω την κόρη μου.

Δεν είμαι η μόνη, ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία που πέρασα βαριά κατάθλιψη. Επίσης, δεν είμαι ούτε η μόνη, ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία που ενώ περνούσε κατάθλιψη κατέβαλα υπερπροσπάθειες να είμαι λειτουργική και παραγωγική. Μάλιστα, η μεγάλη μου αγωνία ήταν να μην με βλέπει η κόρη μου στεναχωρημένη, εξαντλημένη ή θυμωμένη.

Τα βράδια ήταν τα πιο δύσκολα... 

Τα βράδια που έμενα μόνη, όμως, κοιτούσα το κενό και δεν ένιωθα τίποτα. Ή μάλλον, δεν ήθελα να νιώσω τίποτα. Ο κόσμος έμοιαζε ασήμαντος, οι τοίχοι στενοί, το μέσα μου άδειο και το κορμί μου εξαντλημένο. Παρά την κούραση, μου ήταν δύσκολο να κοιμηθώ. Κι όταν κοιμόμουν, μου ήταν αδύνατο να σηκωθώ.

Κανείς δεν είχε καταλάβει ότι έχω κατάθλιψη μέχρι που μίλησα…

Παρόλα αυτά, νόμιζα πως είχα τον απόλυτο έλεγχο μέχρι που κατάλαβα πως η μικρή μου, αν και ούτε της φώναζα, ούτε έκλαιγα μπροστά της, είχε αλλάξει συμπεριφορά. Σαν να με πρόσεχε λίγο παραπάνω, ή σαν να αγωνιούσε για το πώς είμαι ή πως αισθάνομαι. Μέρα με τη μέρα ζητούσε να είναι κοντά μου διαρκώς, λες και ήξερε πως αν έμενα μόνη μου ίσως και να έβλαπτα τον εαυτό μου.

Η 6χρονη κόρη μου ήταν η πρώτη (και η μόνη) που κατάλαβε πως κάτι δεν πάει καλά. Και για χάρη της βρήκα τη δύναμη και το κουράγιο να μιλήσω και να απευθυνθώ σε κάποιον ειδικό. Κι αυτό ήτα το καλύτερο δώρο που έκανα ποτέ στον εαυτό μου!

Λίγα χρόνια μετά, όλα μοιάζουν να είναι καλά ενώ έχω ξαναβρεί τις ισορροπίες μου. Ωστόσο, έχω μέσα μου μια μεγάλη αγωνία για όλες εκείνες τις γυναίκες που χαμογελούν θλιμμένα και κανείς δεν διανοείται πόσο πόνο και πόση ματαίωση κρύβουν μέσα τους.

Αν περνάτε κάτι αντίστοιχο, μιλήστε κι όλα θα πάνε καλά!

Κι αν κάποια διαβάζει ετούτες τις γραμμές, ένα πράγμα μόνο θα την παρακαλέσω: να μιλήσει όσο είναι καιρός! Να μην ντραπεί, να μην φοβηθεί και να μην το αφήσει στην τύχη του. Να μιλήσει κι όλα θα πάνε καλά.

v