Πόσο σωστό (και ηθικό) είναι να παραγγέλνουμε διαδικτυακά αυτές τις μέρες

Πόσο σωστό (και ηθικό) είναι να παραγγέλνουμε διαδικτυακά αυτές τις μέρες

Από την πρώτη μέρα που τα καταστήματα – πέρα από σούπερ μάρκετ και φαρμακεία – έκλεισαν λόγω κορονοϊού, ήταν απολύτως αναμενόμενο, οι καταναλωτές να στραφούν στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Άλλωστε, η ζωή δεν πρέπει κατ’ ανάγκη να σταματήσει επειδή δεν έχουμε πια τη δυνατότητα να βγούμε βόλτα στα μαγαζιά. Ταυτόχρονα, η διανομή γευμάτων και καφέ, είναι πλέον ο ευκολότερος τρόπος να προμηθευτούμε γρήγορο φαγητό όποια ώρα της ημέρας θέλουμε.

Παρ’ όλ’ αυτά, οι διανομείς δεν παύουν να βρίσκονται σε διαρκή επαφή με κόσμο και να διακινδυνεύουν σε ένα βαθμό την υγεία τους, αλλά και τη δική μας. Από την άλλη, η αυξημένη ανάγκη για την υπηρεσία που προσφέρουν εξασφαλίζει κατά κάποιον τρόπο την εργασία τους, ενώ οι ηλεκτρονικές αγορές αποτελούν και μια μικρή ένεση στην ήδη πληγείσα λιανική αγορά.

Κρύβει κινδύνους το delivery φαγητού για τη δημόσια υγεία;

Ξέρουμε ότι ο κορονοϊός είναι εξαιρετικά μεταδοτικός και υπάρχουν ενδείξεις ότι επιβιώνει σε υλικά, όπως το χαρτόνι, για πάρα πολλές ώρες – αν και το ιικό φορτίο, άρα και ο βαθμός μεταδοτικότητας σε τέτοιες περιπτώσεις είναι άγνωστα. Επίσης, στο μέρος όπου ετοιμάζεται το φαγητό ή ο καφές μας, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν τηρούνται όλα τα μέτρα ασφαλείας στο ακέραιο. Τέλος, είναι φυσικό κι επόμενο, ένας άνθρωπος που βρίσκεται μόνος σε απόλυτη καραντίνα – επειδή έχει επιστρέψει απ’ το εξωτερικό ή έχει ήπια συμπτώματα – να έχει περισσότερη ανάγκη να παραγγείλει από κάποιον που έχει τη δυνατότητα να βγει για ψώνια.

Συνεπώς, η διαδικασία της διανομής φαγητού εμπεριέχει μια σειρά από ρίσκα για εμάς, αλλά και τους διανομείς, που θα ήταν καλύτερο να αποφύγουμε όσο γίνεται περισσότερο. Είναι μεν μια υπηρεσία πολύτιμη που δεν μπορεί να διακοπεί εντελώς, αλλά δεν πρέπει να υπονομεύσει τον γενικότερο σκοπό μέσω της κατάχρησης.

Η διανομή κάθε λογής αγαθών;

Με γνώμονα τα αυστηρά μέτρα, την αυξημένη ζήτηση, αλλά και την ανάγκη για τη διασφάλιση της υγείας των εργαζομένων, τα σούπερ μάρκετ αναβαθμίζουν σταδιακά τις υπηρεσίες διανομής τους. Είναι λοιπόν προφανές πως, όταν πρόκειται για είδη πρώτης ανάγκης, είναι προτιμότερο να τα αφήσει κάποιος στην πόρτα μας, απ’ το να βγούμε ως το κατάστημα. Είναι, λοιπόν, πιο ασφαλές, αλλά και ηθικό, αν αναλογιστούμε ότι συμβάλλουμε στη μείωση της έκθεσης των υπαλλήλων στον κίνδυνο (μέσω των δεκάδων καταναλωτών με τους οποίους έρχονται σε επαφή καθημερινά).

Αν, πάλι, μιλάμε για είδη που δεν είναι απολύτως απαραίτητο να αγοράσουμε, τότε καλό είναι να το σκεφτόμαστε και δεύτερη φορά. Αν πρέπει να ψωνίσουμε, τότε μπορούμε να περιμένουμε να μαζευτούν πολλά πράγματα μαζί και να ζητάμε πάντα ανέπαφη παράδοση. Και φυσικά, να αφαιρούμε τη συσκευασία έξω απ’ το σπίτι ή στο μπαλκόνι, να απολυμαίνουμε το περιεχόμενο και να πλένουμε πολύ καλά τα χέρια μας.

Θα ήταν σωστό να σταματήσουν τα πάντα λόγω καραντίνας;

Βρισκόμαστε πλέον σε ένα σημείο που συνειδητοποιούμε σιγά σιγά τις σοοβαρές επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία – σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο – και τον χρόνο που θα χρειαστεί, ώσπου να ορθοποδήσουμε. Υπό αυτό το πρίσμα, είναι λογικό να διατηρούμε όσο γίνεται μεγαλύτερο τμήμα της αγοράς λειτουργικό, ώστε να μην επέλθει γενική κατάρρευση από ένα συντριπτικά μαζικό αίτημα για μέτρα οικονομικής στήριξης. Και φυσικά, να επιχειρούμε να κρατήσουμε το ποσοστό του εργατικού δυναμικού που επηρεάζεται δραστικά από τις συνέπειες της κατάστασης στο ελάχιστο δυνατό.

Από μεριά μας, πέρα απ’ το να τηρούμε ευλαβικά τα μέτρα προστασίας και να απαιτούμε το ίδιο κι απ’ τους διανομείς, μπορούμε να στηρίζουμε καταστήματα της περιοχής μας που ίσως έχουν περισσότερη ανάγκη την τόνωση. Επίσης, να μην ξεχνάμε να αφήνουμε ένα καλό φιλοδώρημα στους ανθρώπους που οργώνουν αυτές τις μέρες τους δρόμους, για να γίνουν πράξη όλα τα παραπάνω.

v