Το «δώρο» της 4ήμερης εργασίας και η παγίδα του 10ώρου
Η τετραήμερη εργασία παρουσιάζεται ως μεγάλη καινοτομία: τέσσερις μέρες δουλειά, τρεις μέρες ξεκούραση. Στην πράξη, όμως, η εξίσωση δεν είναι τόσο ρόδινη. Για να έχεις την Παρασκευή ελεύθερη, πρέπει να δουλεύεις δέκα ώρες κάθε μέρα από Δευτέρα έως Πέμπτη.
Για μια μητέρα που ξυπνά στις έξι, ετοιμάζει παιδιά για το σχολείο, κάνει μετακινήσεις, δουλεύει δέκα ώρες και επιστρέφει σπίτι βράδυ, η μία επιπλέον ελεύθερη μέρα μοιάζει με σταγόνα σε μια άδεια δεξαμενή ενέργειας. Ο χρόνος με την οικογένεια συμπιέζεται σε ένα κουρασμένο Σαββατοκύριακο.
Το 10ωρο θα μπορούσε να σημαίνει «ευελιξία», όμως θα μπορούσε να σημαίνει και παράταση εξάντλησης. Ο νόμος δεν υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να προσλάβουν περισσότερο προσωπικό για να καλύψουν την επιπλέον εργασία. Αντίθετα, δίνει τη δυνατότητα να οργανώσουν την παραγωγή με μεγαλύτερη αποδοτικότητα, χωρίς πρόσθετο κόστος υπερωριών. Με λίγα λόγια, η τετραήμερη εβδομάδα δίνει μια οικονομική ανάσα για τις εταιρείες (ίσως μια ψευδαίσθηση ελευθερίας για τους εργαζόμενους).
Από το 10ωρο στο 13ωρο: η νέα κανονικότητα
Παράλληλα, το νομοσχέδιο ανοίγει τον δρόμο για δεύτερη δουλειά, νομιμοποιώντας ουσιαστικά την 13ωρη ημερήσια απασχόληση. Το επιχείρημα είναι ότι κάποιος μπορεί να αυξήσει το εισόδημά του. Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι αυτό το μέτρο νομιμοποιεί την ανάγκη να δουλεύεις δύο δουλειές για να επιβιώσεις.
Μια μητέρα (ή ένας πατέρας) που εργάζεται 10 ώρες σε γραφείο και 3 ακόμη σε τηλεργασία για συμπληρωματικό εισόδημα δεν έχει «επιλογή». Έχει υποχρέωση. Ζει για να δουλεύει. Ο ύπνος, ο χρόνος με τα παιδιά, οι κοινωνικές σχέσεις γίνονται πολυτέλεια.
Η κόπωση και η ψυχική εξάντληση μετατρέπονται σε νέο κανόνα. Η κοινωνία που κάποτε πάλευε για οκτάωρο, τώρα θεωρεί φυσιολογικό να δουλεύεις δεκατρείς ώρες, αρκεί να «βγαίνουν τα έξοδα».

Αυξάνεται η άδεια μητρότητας
Ένα από τα πιο ουσιαστικά σημεία του νόμου είναι η αύξηση της άδειας μητρότητας από 6 σε 9 μήνες. Το μέτρο αφορά όλες τις γυναίκες του ιδιωτικού τομέα, ενώ για πρώτη φορά επεκτείνεται και σε ελεύθερες επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενες και αγρότισσες. Είναι μια σημαντική αναγνώριση ότι η μητρότητα δεν σταματά στα όρια της μισθωτής εργασίας.
Ακόμη, για τις γυναίκες που είχαν διακεκομμένη ασφαλιστική ιστορία, καθιερώνεται ενιαίος χρόνος ασφάλισης. Αυτό σημαίνει ότι τα ένσημα από διαφορετικούς φορείς μπορούν πλέον να αθροίζονται για την καταβολή του επιδόματος κυοφορίας και λοχείας. Μια αλλαγή που διορθώνει μια παλιά αδικία για χιλιάδες μητέρες που εργάζονταν ευκαιριακά ή σε πολλούς εργοδότες.
Η επέκταση της άδειας στις ανάδοχες και υιοθετικές μητέρες είναι άλλο ένα θετικό μήνυμα ισότητας. Για πρώτη φορά, η πολιτεία αναγνωρίζει ότι η φροντίδα ενός παιδιού δεν έχει να κάνει μόνο με τη βιολογική γέννηση, αλλά και με τη σχέση φροντίδας και ευθύνης που αναλαμβάνει ο γονιός.
Το ερώτημα, όμως, είναι κατά πόσο οι επιχειρήσεις –ιδίως οι μικρές– μπορούν να αντέξουν το οικονομικό βάρος της απουσίας για τόσο μεγάλο διάστημα, ακόμη κι αν μέρος του κόστους καλύπτεται από επιδόματα.
Οικονομική στήριξη και φορολογικές ελαφρύνσεις
Η οικονομική ενίσχυση της μητρότητας αποτελεί άλλο έναν βασικό πυλώνα του νομοσχεδίου. Τα επιδόματα γονικής άδειας χαρακτηρίζονται πλέον αφορολόγητα, ανεκχώρητα και ακατάσχετα, εξασφαλίζοντας ότι το ποσό φτάνει ακέραιο στην οικογένεια. Το ίδιο ισχύει και για το επίδομα κυοφορίας και λοχείας, που πλέον καταβάλλεται χωρίς να χάνεται λόγω αλλαγής εργασίας ή ασφαλιστικού ταμείου.
Επιπλέον, η δυνατότητα μεταβίβασης έως και επτά μηνών άδειας από τη μητέρα στον πατέρα δίνει νέα πνοή στην ισότιμη γονεϊκή συμμετοχή. Θεωρητικά, αυτό θα μπορούσε να αλλάξει τη νοοτροπία που θέλει τη φροντίδα του παιδιού «υπόθεση της μητέρας».
Ωστόσο, στην πράξη λίγοι πατέρες φαίνεται να αξιοποιούν τέτοιες δυνατότητες. Χωρίς κουλτούρα ισότιμης γονεϊκότητας και χωρίς ενθάρρυνση από τους εργοδότες, η αλλαγή νοοτροπίας θα αργήσει να έρθει.

Οικογένεια υπό πίεση
Η Ελλάδα ήδη βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης σε γεννητικότητα. Οι νέες ρυθμίσεις, όσο κι αν δίνουν μεγαλύτερες άδειες μητρότητας και αφορολόγητα επιδόματα, δεν αντιμετωπίζουν το βασικό πρόβλημα: τον χρόνο και την ποιότητα ζωής.
Τι σημαίνει να μεγαλώνεις παιδί όταν δουλεύεις 10 ή 13 ώρες τη μέρα; Τι σχέση μπορείς να χτίσεις με το παιδί σου όταν το βλέπεις λίγο πριν κοιμηθεί; Πόσος χώρος μένει για συζήτηση, αγάπη, συμμετοχή στην καθημερινότητα;
Η μητρότητα και η πατρότητα κινδυνεύουν να γίνουν άλλη μια υποχρέωση στο ημερήσιο πρόγραμμα, ανάμεσα σε emails, deadlines και λογαριασμούς. Το κοινωνικό αποτέλεσμα είναι μια γενιά κουρασμένων ανθρώπων που τρέχουν για να προλάβουν μια ζωή που συνεχώς απομακρύνεται.
Η κοινωνία που δουλεύει για να επιβιώσει
Το νέο εργασιακό πλαίσιο δεν είναι μόνο νομικό ζήτημα. Είναι αντανάκλαση μιας εποχής που μετρά την αξία του ανθρώπου με βάση την παραγωγικότητά του. Οι μητέρες, οι πατέρες, οι οικογένειες παλεύουν να τα βγάλουν πέρα, αλλά όσο περισσότερο δουλεύουν, τόσο λιγότερο ζουν.
Η ευελιξία γίνεται συνώνυμο της ανασφάλειας. Η πρόοδος της τεχνολογίας, αντί να ελευθερώνει χρόνο, φαίνεται να εγκλωβίζει τον άνθρωπο σε έναν κύκλο αδιάκοπης εργασίας.
Η κοινωνία χρειάζεται πολιτικές που δεν θα αντιμετωπίζουν τη μητέρα ως εργαζόμενη που «πρέπει να διευκολυνθεί», αλλά ως άνθρωπο που έχει δικαίωμα στη ζωή, στον χρόνο, στη σχέση με τα παιδιά της.
Αν το κράτος θέλει πραγματικά να στηρίξει την οικογένεια, πρέπει να αναμετρηθεί με το θεμελιώδες ερώτημα: δουλεύουμε για να ζούμε ή ζούμε για να δουλεύουμε;









