Όσο αργότερα γινόμαστε γονείς, τόσο αργότερα γίνονται οι δικοί μας γονείς παππούδες. Και αυτή η μικρή χρονική μετατόπιση έχει μεγάλες συνέπειες.
Οι γιαγιάδες δεν είναι πια νέες
Οι γιαγιάδες και οι παππούδες των σημερινών μωρών δεν είναι πια οι πενηντάρηδες γεμάτοι ενέργεια που τρέχανε στις παιδικές χαρές. Είναι άνθρωποι γύρω στα εξήντα ή και μεγαλύτεροι, κουρασμένοι μετά από χρόνια δουλειάς, με προβλήματα υγείας που κάνουν την καθημερινότητα πιο απαιτητική.
Πολλοί δεν έχουν καν βγει στη σύνταξη, αφού το ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης έχει αυξηθεί σημαντικά, φτάνοντας κοντά στα 67 έτη. Αυτό σημαίνει πως μεγάλο μέρος της λεγόμενης «γενιάς των γιαγιάδων» εξακολουθεί να εργάζεται πλήρως. Δεν έχουν πια τη δυνατότητα να αφιερωθούν στα εγγόνια όπως οι προηγούμενες γενιές.
Η φράση «η γιαγιά θα βοηθήσει» δεν είναι πια αυτονόητη. Η σημερινή γιαγιά συχνά σηκώνεται στις έξι το πρωί για να πάει στη δουλειά της, γυρίζει κουρασμένη, έχει τις δικές της ευθύνες, ίσως και ηλικιωμένους γονείς που χρειάζονται φροντίδα. Πολλές γυναίκες αυτής της γενιάς νιώθουν ότι βρίσκονται ανάμεσα σε δύο ρόλους: από τη μία, η ανάγκη να στηρίξουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους, και από την άλλη, η πραγματικότητα της δουλειάς και της κούρασης.
«Θέλω να κρατήσω το εγγόνι μου, αλλά δεν έχω πια δυνάμεις», λένε συχνά. Και αυτή η πρόταση κρύβει μέσα της μια μεγάλη αλήθεια: δεν πρόκειται για αδιαφορία, αλλά για εξάντληση.
Όταν η μαμά δουλεύει γιατί ο ένας μισθός δεν φτάνει
Το πιο δύσκολο κομμάτι πέφτει συνήθως στη μητέρα. Στη σύγχρονη Ελλάδα, αρκετές μαμάδες δουλεύουν, και μάλιστα πολύ, όχι επειδή θέλουν να είναι μακριά από τα παιδιά τους, αλλά γιατί ένας μισθός δεν αρκεί για να επιβιώσει μια οικογένεια.
Τα ωράρια είναι εξαντλητικά, οι αποστάσεις μεγάλες, τα έξοδα ασταμάτητα. Οι εργαζόμενες μητέρες επιστρέφουν στη δουλειά λίγες εβδομάδες ή μήνες μετά τη γέννα. Κι εκεί αρχίζει ο αγώνας: ποιος θα κρατήσει το παιδί;
Το κράτος δεν προσφέρει αρκετές δομές φύλαξης. Οι γιαγιάδες δεν μπορούν να βοηθήσουν όπως παλιά. Έτσι, η μέση ελληνική οικογένεια βρίσκεται παγιδευμένη ανάμεσα στην ανάγκη για εργασία και την ανάγκη για φροντίδα. Οι μητέρες ζουν σε συνεχή ένταση, με ενοχές και εξάντληση. Οι πατεράδες, παρότι πιο ενεργοί από παλιά, νιώθουν κι εκείνοι εγκλωβισμένοι στο ρόλο του μοναδικού οικονομικού στυλοβάτη.
Το αποτέλεσμα είναι μια οικογένεια που λειτουργεί διαρκώς στα όριά της. Η πίεση για να “βγει το μήνα” απορροφά χρόνο, ενέργεια και τρυφερότητα. Κι εκεί που παλιά η γιαγιά ήταν πάντα παρούσα, τώρα υπάρχει ένα κενό που κανείς δεν μπορεί να καλύψει ολοκληρωτικά.

Η αλυσίδα που χαλαρώνει
Η ελληνική οικογένεια στηριζόταν πάντα στη διαγενεακή βοήθεια. Οι γιαγιάδες ήταν ο πυλώνας: κρατούσαν τα παιδιά, μαγείρευαν, στήριζαν τα νέα ζευγάρια, έδιναν χρόνο και ασφάλεια. Τώρα, αυτή η αλυσίδα έχει αρχίσει να χαλαρώνει.
Τα παιδιά βλέπουν λιγότερο τους παππούδες, η σχέση τους γίνεται πιο σπάνια και «εορταστική». Οι γιαγιάδες νιώθουν ενοχές που δεν μπορούν να προσφέρουν όσο θα ήθελαν. Οι γονείς απογοήτευση γιατί δεν έχουν τη στήριξη που χρειάζονται. Και κάπου ανάμεσα, όλοι κουράζονται.
Δεν φταίει κανείς προσωπικά. Είναι οι ρυθμοί της εποχής, οι οικονομικές πιέσεις, η κοινωνία που ζητά από όλους να είναι παραγωγικοί και διαθέσιμοι, ανεξαρτήτως ηλικίας. Όπως έλεγε ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, «η οικογένεια δεν είναι σημαντικό πράγμα, είναι το παν». Κι όμως, μέσα στην ταχύτητα της καθημερινότητας, ξεχνάμε πόσο αληθινή είναι αυτή η φράση.
Η αγάπη παραμένει, απλώς αλλάζει μορφή
Μπορεί οι γιαγιάδες να είναι πιο κουρασμένες, πιο αργές, πιο απασχολημένες. Μπορεί να μην κρατούν πια τα παιδιά καθημερινά. Όμως η παρουσία τους, ακόμα κι αν είναι λιγότερη, παραμένει βαθιά. Η γιαγιά που περνάει για λίγο, αλλά με όλη της την ψυχή, αφήνει ένα αποτύπωμα που μένει για πάντα. Οι στιγμές με τους παππούδες, όσο σπάνιες κι αν είναι, χαράζονται βαθιά στη μνήμη των παιδιών.
Η οικογένεια στην Ελλάδα παραμένει δεμένη, απλώς πιο κουρασμένη. Κι αν κάτι χρειάζεται να επανεφεύρουμε, δεν είναι η αγάπη, αλλά ο τρόπος που τη μεταφράζουμε στην πράξη. Γιατί η ουσία παραμένει ίδια: κάθε οικογένεια γράφει τη δική της ιστορία συνέχειας, αντοχής και τρυφερότητας.





.jpg)



