Πώς είναι να είσαι εθελόντρια «Μητέρα» στα παιδικά χωριά SOS

Πώς είναι να είσαι εθελόντρια «Μητέρα» στα παιδικά χωριά SOS

Το να προσφέρεις στους άλλους ανθρώπους είναι κάτι μαγικό, γιατί δεν αλλάζει μόνο τη δική τους ζωή, αλλά και τη δική σου. Πόσο μάλλον, όταν αυτό που προσφέρεις είναι ένα αγαθό που δεν θα ‘πρεπε να στερείται κανένα παιδί σ’ αυτόν τον κόσμο: τη μητρική αγάπη και στοργή. Οι «μητέρες» των «παιδικών χωριών SOS» προσφέρουν στα παιδιά που φιλοξενούνται εκεί αυτό ακριβώς που τους έχει λείψει, την παρουσία μιας μάνας, ενός ανθρώπου που είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να τα προστατεύσει, να φροντίσει για ‘κείνα και να τους δώσει την ανιδιοτελή αγάπη του.

Όπως κάνει αυτή η γυναίκα εδώ και 7 χρόνια, έχοντας βρει μια αποστολή που της ταιριάζει γάντι και ομορφαίνει τη ζωή της, παρά τις δυσκολίες.

«Αν δεν είχα την στήριξη του συζύγου και της κόρης μου, δεν θα μπορούσα να εργάζομαι ακόμη εδώ», λέει η Γιώτα Βραχά στο news247 και συνεχίζει «Δεν ξέρω αν θα μπορούσα αλλού να αποκτήσω τέτοια μόρφωση ζωής. Τα έβλεπα στην τηλεόραση και έλεγα “αλήθεια συμβαίνουν αυτά;” Εκτίμησα περισσότερο την οικογένεια μου και τη στήριξη της. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να εκτιμήσει όσα του δίνει η ζωή. Απαιτούμε συνεχώς πολλά, μέχρι να δούμε τα χειρότερα».

Στο παιδικό χωριό SOS φιλοξενούνται παιδιά όλων των ηλικιών  – μέχρι και 18 ετών – που έχουν απομακρυνθεί απ’ την οικογένειά τους για κάποιον λόγο. Οι εθελόντριες «μητέρες» είναι εκείνες που αναλαμβάνουν τη φροντίδα αυτών των παιδιών, έχοντας στην ευθύνη τους ένα από τα σπίτια. Δεν είναι μια απλή δουλειά, αφού απαιτεί 24ωρη παρουσία για 22 ημέρες τον μήνα (εξαιρούνται τα ρεπό και οι άδειες) κάτι που σημαίνει ότι «θυσιάζεις» ένα μεγάλο μέρος της μέχρι τώρα ζωής σου. Εκεί είναι που η κατανόηση και η στήριξη των δικών σου, έχει ξεχωριστή σημασία. Και για σένα και για τα παιδιά που ωφελούνται απ’ την προσφορά σου.

«Η καθημερινότητα μας είναι η ίδια όπως σε κάθε σπίτι», περιγράφει η κυρία Γιώτα, «Φτιάχνω το πρωινό των παιδιών, πηγαίνουν στο σχολείο, το μεσημέρι επιστρέφουν για φαγητό, φροντίζω για το σπίτι και την προσωπική τους υγιεινή. Το απόγευμα θα παρακολουθήσουν τις δραστηριότητές τους έξω, όπως οι ξένες γλώσσες, ο αθλητισμός και θα επιστρέψουν στο σπίτι το βράδυ. Κοιμάμαι εκεί. Έχω να φροντίσω παιδιά που δεν είναι δικά μου μεν, αλλά δημιουργείται μια πολύ ευαίσθητη σχέση. Πρέπει να διατηρείς την ευαισθησία αλλά και κάποιες αποστάσεις γιατί δεν είσαι η φυσική τους μητέρα».

Τα παιδιά που μεγαλώνουν μ’ αυτήν τη συνθήκη έχουν ανάγκη τους ισχυρούς δεσμούς και την αίσθηση ότι ανήκουν σε μια οικογένεια όπως όλοι μας. Γι’ αυτό και οι σχέσεις που δημιουργούνται μεταξύ τους και των μητέρων τους είναι ιδιαίτερα δυνατές. «Μπορούν να μας αποκαλούν όπως θέλουν. Μαμά, θεία, κυρία Γιώτα. Πολλά παιδιά λένε μαμά γιατί το έχουν ανάγκη να λένε τη λέξη. [... ] Αρκετά κάνουν τις δικές τους οικογένειες και έρχονται ακόμα να μας επισκεφθούν. Βλέπουν εμάς, τους παιδαγωγούς, τους ψυχολόγους, τους εκπαιδευτές.»

Για τις εθελόντριες μητέρες, όπως και για την κυρία Γιώτα, το ξεκίνημα και η προσαρμογή στον νέο τους ρόλο δεν είναι εύκολη υπόθεση αφού οι αλλαγές στην καθημερινότητά τους, αλλά και εκείνη της οικογένειάς τους είναι ραγδαίες. Με υπομονή και πολλή συζήτηση όιμως, όλα ξεπερνιούνται και το αποτέλεσμα είναι ανταποδοτικό για όλους: «Τον πρώτο χρόνο δεν ήταν εύκολο. Αφού ξεκίνησα να λείπω από το σπίτι, η κόρη μου ερχόταν να με δει στο παιδικό χωριό. Εκεί, με διεκδικούσαν τα άλλα τέσσερα παιδιά που είναι στο σπίτι. Ήθελε να μιλήσει μαζί μου και έβλεπε τα υπόλοιπα να διεκδικούν τη μητέρα της. Θέλει το χρόνο του να το καταπιείς, αλλά το δουλέψαμε, μιλούσαμε πάρα πολύ. Λέγαμε τι συμβαίνει και στις δύο μας. Η δουλειά με δυσκολεύει πολύ, αλλά την αγαπάω. Αν όμως η οικογένειά μου στο αρχικό στάδιο δυσκολευόταν, θα σταματούσα. Πρώτα από όλα για εμένα είναι εκείνοι. Πλέον έχουν δέσιμο με τα παιδιά. Στο χωριό μπορεί να με επισκέπτεται ο σύζυγος και η κόρη μου. Έχουν δεθεί κι εκείνοι, τα έχουν αγαπήσει.»

Το να μείνει ένα παιδί – σε οποιαδήποτε ηλικία – χωρίς οικογένεια είναι μια εξέλιξη που μπορεί να έχει συντριπτικές συνέπειες για την ψυχή, αλλά και ολόκληρη τη μετέπειτα ζωή του. Η δυνατότητα να βρει μια οικογένεια εκεί που νόμιζε ότι έχει μείνει μόνο κι έρημο μοιάζει πολλές φορές με θαύμα, μια πραγματική σανίδα σωτηρίας που το βοηθά να περάσει τη μεγαλύτερη τρικυμία, να εκλογικεύσει όσα του έχουν συμβεί και να βάλει πλώρη για κάτι καλύτερο.

Κι αξίζει ένα μεγάλο μπράβο στις γυναίκες που δεν διστάζουν να σταθούν ως αληθινές μητέρες σ’ αυτά τα παιδιά, δίνοντάς τους μια δεύτερη ευκαιρία σε ένα από τα πολυτιμότερα αγαθά της ζωής μας: την αγάπη της μάνας.

Πηγή: news247

v