O αργός θάνατος της  Ελλάδας από γενιά σε γενιά

O αργός θάνατος της  Ελλάδας από γενιά σε γενιά

Το Δημογραφικό Πρόβλημα δεν είναι μια απλή στατιστική, είναι το μέλλον της Ελλάδας που απειλείται. Διαβάστε την ειδική έκδοση του mama365.gr, με τη στήριξη της Eurobank. Ένα αφιέρωμα που ενώνει φωνές πολιτικών, ειδικών και οικογενειών. 

Tο πρώτο κουδούνι του Σεπτεμβρίου χτύπησε σε μια χώρα που αλλάζει δραματικά. Το 2010, οι μαθητές που πέρασαν για πρώτη φορά την πόρτα της Α’ Δημοτικού ήταν περίπου 115.000. Δεκαπέντε χρόνια μετά, το 2025, τα πρωτάκια είναι μόλις 71.187.  Σε λίγο λιγότερο από μία γενιά, δηλαδή, «χάθηκαν» σχεδόν 44.000 παιδιά. Είναι σαν να εξαφανίστηκε από τον χάρτη μια ολόκληρη πόλη σαν την Κόρινθο ή τις Σέρρες.

Το φαινόμενο δεν είναι καινούριο. Η υπογεννητικότητα στην Ελλάδα καταγράφεται από τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Όμως, οι αριθμοί του σήμερα έχουν κάτι το τρομακτικό: μιλούν για μια κοινωνία που κυριολεκτικά συρρικνώνεται. Τα χωριά βλέπουν τα σχολεία να κλείνουν το ένα μετά το άλλο, και ακόμα και στις μεγάλες πόλεις τα τμήματα μειώνονται. Η εικόνα μιας τάξης με δώδεκα μαθητές, που άλλοτε θα θεωρούνταν σπάνια, τείνει να γίνει κανόνας.

Τα σχολεία που βάζουν λουκέτο

Η μείωση των μαθητών δεν είναι απλά ένας στατιστικός πίνακας. Μεταφράστηκε σε πραγματικές, χειροπιαστές επιπτώσεις: για το νέο σχολικό έτος 2025-26, πάνω από 750 σχολεία (περίπου το 5% του συνόλου των σχολείων της χώρας) μπαίνουν σε αναστολή λειτουργίας.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις του υπουργείου Παιδείας, 766 από τα συνολικά 14.857 σχολικά συγκροτήματα δεν θα λειτουργήσουν, καθώς δεν συγκεντρώνουν τον ελάχιστο νόμιμο αριθμό των 15 μαθητών. 

Η μείωση αυτή αφορά όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, αν και ο κύριος όγκος είναι στην Πρωτοβάθμια.

Ακόμη χειρότερα, οι κλειστές σχολικές μονάδες δεν περιορίζονται σε απομακρυσμένες ορεινές ή νησιωτικές περιοχές, αλλά επεκτείνονται ακόμα και στα περίχωρα της Αττικής, προκαλώντας εύλογη ανησυχία για «δημογραφική κατάρρευση». 

Μάλιστα, ειδική αναφορά γίνεται στην περίπτωση της Ψερίμου, όπου το σχολείο ανοίγει ξανά, για πρώτη φορά από το 2009, μόνο και μόνο για πέντε μαθητές (δύο στο δημοτικό, τρεις στο νηπιαγωγείο).

Η διεθνής κοινότητα δεν έμεινε αδιάφορη. Ο Ελον Μασκ, ο άνθρωπος που συνηθίζει να προκαλεί με τις δηλώσεις του, αναπαρήγαγε πρόσφατα το ρεπορτάζ για τα ελληνικά σχολεία που κλείνουν και το συνόδευσε με τη φράση «Ο θάνατος της Ελλάδας». Τον Απρίλιο του 2024, είχε κάνει ακόμα μια αναφορά στη χώρα μας, λέγοντας πως «η Ελλάδα είναι μία από τις δεκάδες χώρες που βιώνουν δημογραφική κατάρρευση λόγω των χαμηλών γεννήσεων».

Ήταν μια υπερβολή; Ίσως. Ωστόσο, έφερε τη συζήτηση στο προσκήνιο. Για τον Μασκ, η δημογραφική κατάρρευση δεν είναι απλώς ένα ελληνικό ζήτημα· είναι μια παγκόσμια απειλή. Έχει άλλωστε επαναλάβει ότι χώρες με χαμηλά ποσοστά γεννήσεων οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια σε παρακμή.

Η Ελλάδα, δυστυχώς, είναι ένα από τα παραδείγματα που επικαλείται. Κι αν χρειάστηκε ένας δισεκατομμυριούχος από την Καλιφόρνια να μας υπενθυμίσει πως οι σχολικές μας αίθουσες αδειάζουν, ίσως αυτό να λέει κάτι και για την αδράνεια με την οποία αντιμετωπίζουμε το ζήτημα εδώ και χρόνια.

Από τα άδεια θρανία στα άδεια στρατόπεδα

Η μείωση των παιδιών δεν είναι ζήτημα που αφορά μόνο τα σχολεία.  Έχει άμεσο αντίκτυπο και στην εθνική άμυνα. Σύμφωνα με στοιχεία του ΓΕΕΘΑ, η κάθε νέα σειρά στρατευσίμων σήμερα είναι κατά 30% μικρότερη από εκείνη πριν από είκοσι χρόνια. Η «δεξαμενή» των νέων ανδρών που καλούνται στον στρατό αδειάζει με ρυθμούς που δεν μπορούν να αγνοηθούν.

Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι. Αν κάθε χρόνο χιλιάδες λιγότεροι νέοι φτάνουν στην ηλικία των 18, τότε το ανθρώπινο δυναμικό των Ενόπλων Δυνάμεων συρρικνώνεται. Και αυτό σε μια χώρα που ζει διαρκώς με την ανάγκη υψηλής ετοιμότητας, λόγω της γεωπολιτικής της θέσης.

Σκεφτείτε το με απλά λόγια: λιγότερες γεννήσεις σήμερα σημαίνουν λιγότεροι στρατεύσιμοι αύριο, λιγότεροι εργαζόμενοι μεθαύριο, λιγότεροι νέοι για να στηρίξουν το ασφαλιστικό και την κοινωνία. Η αλυσίδα είναι αδυσώπητη.


Όταν τα κατοικίδια παίρνουν τη θέση των παιδιών

Την ίδια στιγμή που οι αριθμοί των γεννήσεων καταρρέουν, ένας άλλος αριθμός εκτοξεύεται: αυτός των κατοικίδιων. Σύμφωνα με τη Eurostat, η Ελλάδα είναι από τις πρώτες χώρες στην Ευρώπη σε αναλογία ζώων συντροφιάς ανά νοικοκυριό. Μάλιστα, την τελευταία δεκαετία, οι εγγραφές σκύλων και γατών στα μητρώα ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο.

Εκείνοι που έχουν κυρίως κατοικίδια είναι οι νέοι (Millennials, Gen Z), σε αντίθεση με τους ηλικιωμένους που είναι λιγότερο πιθανό να έχουν ζωάκια στο σπίτι τους. Οικονομικοί περιορισμοί δεν παίζουν ανασταλτικό ρόλο: ακόμη και νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα συχνά έχουν όχι ένα αλλά δύο ή και περισσότερα κατοικίδια, ενώ δύο στα τρία νοικοκυριά με κατοικίδια έχουν σκυλί (με τις γάτες να ακολουθούν). 

Το πιο αξιοσημείωτο ίσως είναι ότι πάνω από το 50% όσων έχουν κατοικίδιο το έχουν υιοθετήσει από τον δρόμο ή από καταφύγιο, δείγμα μίας ολοένα αυξανόμενης ευαισθητοποίησης στο ζήτημα των αδέσποτων και της ευζωίας των ζώων.

Το πρόβλημα, φυσικά, δεν έγκειται στο ότι οι νέοι αγαπούν τα ζώα, αλλά στο ότι αποφεύγουν τη δημιουργία οικογένειας. Κι ενώ θα φανταζόταν κανείς ότι τα κατοικίδια θα συμπλήρωναν (και μάλιστα με τον καλύτερο τρόπο) μια οικογένεια, τελικά την υποκαθιστούν. Αυτή η τάση δεν είναι απλώς μια δημογραφική μετατόπιση, αλλά μια βαθύτερη πολιτισμική αλλαγή: η αξία της οικογένειας χάνεται σιγά σιγά από την καθημερινή μας κουλτούρα.

Το ότι χιλιάδες ζευγάρια επιλέγουν να επενδύσουν τη στοργή, τον χρόνο και τα χρήματά τους σε ένα κατοικίδιο αντί σε ένα παιδί, είναι ενδεικτικό μιας κοινωνίας που δυσκολεύεται να δει το μέλλον της. Οι πρωτοβουλίες και τα μέτρα που παίρνουμε ως κράτος, φαίνεται πως δεν αρκούν για να αντιστρέψουν την πορεία. Γιατί πέρα από την οικονομική ανασφάλεια, το Δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας είναι και πρόβλημα κουλτούρας.

Το μέλλον που ήδη φτάνει

Το ερώτημα που προκύπτει, είναι σαφές: πού οδηγεί αυτή η τάση; Αν οι αριθμοί συνεχίσουν να κατρακυλούν, σε λίγα χρόνια οι ελλείψεις δεν θα περιορίζονται σε σχολεία ή στρατό. Θα αφορούν την ίδια τη βιωσιμότητα του κράτους πρόνοιας, του ασφαλιστικού συστήματος, της αγοράς εργασίας.

Και το ερώτημα δεν είναι απλώς αν «μας αρέσει» αυτή η εικόνα. Είναι αν μπορούμε να αντέξουμε τις συνέπειες. Μια κοινωνία που δεν φέρνει στον κόσμο παιδιά, που δεν δίνει κίνητρα στις νέες οικογένειες, είναι μια κοινωνία που σβήνει.

Η Ελλάδα είναι ήδη μια από τις πιο γερασμένες χώρες της Ευρώπης. Κάθε χρόνο, οι θάνατοι υπερβαίνουν τις γεννήσεις κατά δεκάδες χιλιάδες. Το ισοζύγιο είναι αρνητικό και οι επιπτώσεις θα φανούν σε όλα τα επίπεδα: από τα κενά στις σχολικές αίθουσες μέχρι την αδυναμία χρηματοδότησης των συντάξεων. Δεν είναι τυχαίο ότι όλο και περισσότεροι ειδικοί μιλούν για «δημογραφική βόμβα». Και όπως όλες οι βόμβες, αν δεν αφοπλιστεί έγκαιρα, κάποια στιγμή θα εκραγεί.

Ίσως λοιπόν ήρθε η ώρα να κοιτάξουμε στα μάτια αυτή την πραγματικότητα. Να μιλήσουμε ανοιχτά για πολιτικές στήριξης οικογενειών, για κίνητρα στους νέους, για μια κοινωνία που θα κάνει τα παιδιά προτεραιότητα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΑΡΘΡΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΜΠΕΙΤΕ ΣΤΗΝ ΠΑΡΕΑ ΜΑΣ

Γραφτείτε στο Newsletter μας

Διαγωνισμοί, δώρα και τα πάντα για το παιδί και την οικογένεια!

Απόρρητο
v