Δημογραφική κρίση: Απειλή ή ευκαιρία;

Δημογραφική κρίση: Απειλή ή ευκαιρία;

Το Δημογραφικό Πρόβλημα δεν είναι μια απλή στατιστική, είναι το μέλλον της Ελλάδας που απειλείται. Διαβάστε την ειδική έκδοση του mama365.gr, με τη στήριξη της Eurobank. Ένα αφιέρωμα που ενώνει φωνές πολιτικών, ειδικών και οικογενειών. 

Γράφει ο Άρης Αλεξόπουλος, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και επικεφαλής του Κέντρου Κρήτης του ΟΟΣΑ για τη Δυναμική των Πληθυσμών 

Ας δούμε κάποια στατιστικά για τη δημογραφική εξέλιξη. Χρειάστηκαν 50.000 χρόνια για να φθάσει ο παγκόσμιος πληθυσμός το 1 δισ. αλλά από το 1960 και μετά, κάθε μία ή δύο δεκαετίες, ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 1 δισ. Παρ’ όλα αυτά, ο παγκόσμιος δείκτης γονιμότητας σημείωσε θεαματική πτώση από τα 5 παιδιά ανά γυναίκα το 1950 στα 2,2 σήμερα, με πρόβλεψη το 2050 να έχει πέσει κάτω από το όριο αναπλήρωσης του πληθυσμού (ένας θάνατος, μία γέννηση), οπότε θα αρχίσει η πληθυσμιακή συρρίκνωση. Την ίδια ώρα, το παγκόσμιο προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε από τα 34 έτη το 1913, στα 72 έτη το 2022 και αναμένεται να συνεχίσει ανοδική πορεία, με πρόβλεψη τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα να φθάσουν τα 104 το 2100.

Τα δεδομένα αυτά καθιστούν πλέον κυρίαρχη τάση όχι την αύξηση αλλά τη γήρανση του πληθυσμού. Ενώ το 1950 τα παιδιά κάτω των 15 ήταν 7 φορές περισσότερα από τον πληθυσμό άνω των 65, το 2050 προβλέπεται οι δύο αυτές ηλικιακές ομάδες να εξισωθούν. Η Ελλάδα ειδικά αντιμετωπίζει το πρόβλημα σε οξύτερο βαθμό. Η απογραφή του 2021 κατέγραψε για πρώτη φορά μείωση του πληθυσμού, από τα 11,1 εκατ. το 2011 στα 10,5 εκατ., με πρόβλεψη να πέσει στα 8,8 εκατ. το 2050. Το ποσοστό του πληθυσμού άνω των 65 άγγιξε το 23% και αναμένεται να ξεπεράσει το 30% μέχρι το 2050, ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι τώρα 18%.

Στις δυσμενείς στατιστικές αποτυπώνονται και οι εξελίξεις στο μοντέλο της οικογένειας. Μέχρι το 1950, επικρατούσε το μοντέλο της εκτεταμένης οικογένειας, μέσα στο οποίο οι άνθρωποι αποκτούσαν περισσότερα παιδιά, καθώς το βάρος της φροντίδας τους μοιραζόταν σε περισσότερους. Η ένταση της αστυφιλίας συντέλεσε στην επικράτηση της πυρηνικής οικογένειας, πιο περιορισμένης σε αριθμό παιδιών και προσαρμοσμένης στην οικιστική δομή των μεγαλουπόλεων. Το ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού που ζει σε πόλεις σχεδόν διπλασιάστηκε από 30% το 1950 σε 57% σήμερα.  Έτσι, το βάρος της φροντίδας επικεντρώθηκε ανισομερώς στις γυναίκες και στους συγγενείς πρώτου βαθμού.

Οι οικογένειες του σήμερα καλούνται να αναμετρηθούν με τα αυξημένα κόστη εκπαίδευσης και στέγασης, ως κύριους ανασταλτικούς παράγοντες για την απόκτηση παιδιών. Το κόστος γίνεται ακόμα πιο αποτρεπτικό, αν προστεθεί το αυξημένο κόστος της υγείας αλλά και της μακροχρόνιας φροντίδας, λόγω της αύξησης των ηλικιωμένων. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, το υφιστάμενο μοντέλο οικογένειας δέχεται πιέσεις. Παράλληλα, για να διατηρηθεί το σημερινό επίπεδο διαβίωσης, θα πρέπει να αξιοποιηθούν ομάδες του εργατικού δυναμικού που σήμερα υπο-εκπροσωπούνται, όπως οι γυναίκες και οι μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωποι. Οι ίδιες ομάδες είναι που καλούνται να σηκώσουν το βάρος για τη φροντίδα των παιδιών.



Οι μελέτες μας στον ΟΟΣΑ δείχνουν ότι η άσκηση επιδοματικής πολιτικής που παρέχει κίνητρα για την απόκτηση περισσότερων παιδιών δεν αποτελεί ικανή συνθήκη για την αναστροφή της μείωσης των γεννήσεων. Η Σιγκαπούρη εφάρμοσε από το 2001 ένα πακέτο κινήτρων για την αύξηση των γεννήσεων, που περιλάμβανε εφάπαξ επιδόματα και φορολογικές ελαφρύνσεις. Η εφαρμογή τους δεν μπόρεσε να αναστρέψει τη μείωση του δείκτη γονιμότητας, ο οποίος από 1,4 το 2001 υποχώρησε στο 1,2 το 2018. Η Νότια Κορέα ξόδεψε πάνω από 200 εκατ. δολάρια από το 2006 για την ενίσχυση των γεννήσεων χωρίς αποτέλεσμα, αφού ο δείκτης γονιμότητας έπεσε στο 0,7 το 2023.

Από την εμπειρία που συσσωρεύουμε στο Κέντρο Κρήτης του ΟΟΣΑ για τη Δυναμική των Πληθυσμών αναδεικνύεται ότι το Δημογραφικό πρόβλημα στα επόμενα χρόνια θα πάρει τη μορφή μίας εκτεταμένης κρίσης στον πυρήνα του κοινωνικού κράτους. Εντοπίζεται ότι περισσότερο σημαντικές από την παροχή επιδομάτων είναι οι σταθερά διαθέσιμες κοινωνικές υπηρεσίες και υποδομές, οι οποίες δημιουργούν το κατάλληλο περιβάλλον για την ανατροφή των παιδιών. Τα κράτη οφείλουν να μεριμνήσουν ώστε να παρέχονται αποτελεσματικές υπηρεσίες ανατροφής, εκπαίδευσης, υγείας και μακροχρόνιας φροντίδας, διευκολύνοντας τους γονείς να ασκήσουν τον ρόλο τους. Να σημειωθεί ότι οι πολιτικές ενίσχυσης των γεννήσεων δεν θα πρέπει να επεμβαίνουν με τρόπο καταναγκαστικό στις προσωπικές επιλογές των ανθρώπων, αλλά να δίνουν τη δυνατότητα σε όσους θέλουν να δημιουργήσουν οικογένεια.

Στην ίδια κατεύθυνση, η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής έχει κομβικό ρόλο στην υποστήριξη της οικογένειας, καθώς ο τρόπος οργάνωσης της εργασίας επηρεάζει τη δυνατότητα των γονέων να εκπληρώνουν τον ρόλο τους. Μία τέτοια επιδίωξη δρα καταλυτικά και στην αύξηση της ισότιμης συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας. Παράλληλα με τη μητρότητα, θα πρέπει να τονισθεί και η αξία της γονεϊκότητας, όπου και οι δύο γονείς θα έχουν την ευκαιρία να συνεισφέρουν ισότιμα στις οικογενειακές και στις εργασιακές τους υποχρεώσεις.

Η αντιμετώπιση των συνεπειών του Δημογραφικού προβλήματος απαιτεί ουσιαστική ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, εμβάθυνση της κοινωνικής αλληλεγγύης και αναθεώρηση του μοντέλου της οικογένειας, ώστε να προσαρμοσθεί στις νέες ηλικιακές δομές. Οι προβλεπόμενες δημογραφικές τάσεις εξελίσσονται με τρόπο αναμενόμενο και δεν αποτελούν αιφνίδια απειλή. Αν συνειδητοποιήσουμε έγκαιρα τις προκλήσεις και απαντήσουμε άμεσα σε αυτές με δράσεις στηριγμένες στην εμπειρία και στα αντικειμενικά δεδομένα, μπορούμε να μετατρέψουμε το Δημογραφικό πρόβλημα από απειλή σε ευκαιρία για βελτίωση της ζωής όλων μας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΑΡΘΡΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΜΠΕΙΤΕ ΣΤΗΝ ΠΑΡΕΑ ΜΑΣ

Γραφτείτε στο Newsletter μας

Διαγωνισμοί, δώρα και τα πάντα για το παιδί και την οικογένεια!

Απόρρητο
v